Διατηρεί τη θετική της στάση απέναντι στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα η UBS, κρατώντας τη σύσταση «Buy» για όλες τις τράπεζες ενώ βλέπει και σημαντικό περιθώριο για περαιτέρω συμπίεση του risk premium, παρά τη δυναμική άνοδο που έχουν ήδη σημειώσει οι μετοχές.
Παρά την άνοδο των τραπεζικών μετοχών από την αρχή του έτους, οι αποτιμήσεις παραμένουν σε ελκυστικά επίπεδα σύμφωνα με την UBS καθώς οι τιμές-στόχοι των αναλυτών εξακολουθούν να προσφέρουν σημαντικό περιθώριο ανόδου – μεταξύ 6% και 7% από τα τρέχοντα επίπεδα.
Η UBS προχώρησε σε γενναία αναθεώρηση των τιμών-στόχων για τις τέσσερις τράπεζες, ανεβάζοντας την τιμή στόχο της Alpha Bank από τα 2,3 ευρώ στα 3,5 ευρώ, ενώ ανεβάζει την Eurobank από τα 2,6 ευρώ στα 3,3 ευρώ. Για την Εθνική η τιμή στόχος ανεβαίνει από τα 11 ευρώ στα 12,20 ενώ για την Πειραιώς από τα 5,5 ευρώ στα 6,7 ευρώ.
Η επενδυτική τράπεζα αναγνωρίζει ότι ο κλάδος εμφανίζει πια σημάδια ωριμότητας, με την αύξηση των επιχειρηματικών δανείων να αποτελεί τον βασικό μοχλό ανάπτυξης και τις καταθέσεις χαμηλού κόστους να διατηρούν σταθερή τη βάση χρηματοδότησης.
Εφόσον οι υφιστάμενοι ρυθμοί επέκτασης διατηρηθούν και το δεύτερο εξάμηνο του έτους, η τράπεζα αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο αναθεώρησης των business plans για το 2025, επιβεβαιώνοντας την εμπιστοσύνη της στη δυναμική του κλάδου.
Τα θεμελιώδη μεγέθη εξακολουθούν να στηρίζουν το επενδυτικό αφήγημα των ελληνικών τραπεζικών μετοχών, οι οποίες χαρακτηρίζονται πλέον ελκυστικές τόσο σε απόλυτους, όσο και σε σχετικούς όρους, ενισχύοντας το ενδιαφέρον των επενδυτών για τοποθετήσεις μεσοπρόθεσμου ορίζοντα.
Οι ελληνικές τράπεζες διαπραγματεύονται με δείκτη P/E για το 2026 μεταξύ 7,2 και 7,8, χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (8,5), ενώ οι δείκτες COE (implied cost of equity) παραμένουν υψηλοί – ένα στοιχείο που υποδηλώνει περιθώριο περαιτέρω επανεκτίμησης. Αναλυτικά:
- Πειραιώς: 13,8%
- Eurobank: 13,4%
- Εθνική: 12,9%
- Alpha: 12,5%
Βασικός μοχλός ανάπτυξης παραμένει η πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις, η οποία αυξήθηκε κατά 14,1% σε ετήσια βάση – η υψηλότερη στην Ευρωζώνη. Η συνολική πίστη προς τον ιδιωτικό τομέα αυξήθηκε κατά 6,8%, τη στιγμή που ο μέσος όρος της Ευρωζώνης βρίσκεται μόλις στο 1,7%.
Παράλληλα, η κερδοφορία των τραπεζών ενισχύεται από την ευνοϊκή σχέση επιτοκίων – δανείων και καταθέσεων. Το επιτόκιο δανεισμού παραμένει υψηλό στο 4,95%, ενώ το κόστος καταθέσεων στην Ελλάδα διαμορφώνεται μόλις στο 0,38%, ένα από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη. Η διατήρηση σταθερού μεριδίου (75,3%) των λογαριασμών όψεως στο συνολικό μίγμα ενισχύει περαιτέρω το πλεονέκτημα κόστους για τις τράπεζες.
Οι καταθέσεις ιδιωτών αυξήθηκαν κατά 4,3% ετησίως, ενώ οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων μέσω λογαριασμών όψεως ενισχύθηκαν κατά 5,2% και 10,5% αντίστοιχα. Τον Μάιο, οι νέες χρηματοδοτήσεις επιχειρήσεων ανήλθαν σε €2,1 δισ., ενώ τα δάνεια προς τα νοικοκυριά ανήλθαν σε €321 εκατ., παραμένοντας ωστόσο κάτω από τα επίπεδα προ κρίσης.
Αντιθέτως, η στεγαστική και καταναλωτική πίστη παραμένει υποτονική, με πτώση 5,3% και 1% αντίστοιχα, ενώ τα δάνεια προς αυτοαπασχολούμενους μειώθηκαν κατά 12,2%.