Με τα αποτελέσματα στο stress test για τις ελληνικές τράπεζες να εκπλήσσουν ευχάριστα τους επενδυτές, στον απόηχο των ιδιαίτερα ικανοποιητικών ανακοινώσεων για το α' εξάμηνο του έτους, στήθηκε «πάρτι» των τραπεζικών μετοχών στο ΧΑ, που έδωσαν στον Γενικό Δείκτη όση ώθηση χρειαζόταν για να υπερβεί το συμβολικό όριο των 2.000 μονάδων.
Οι τραπεζικές μετοχές πήραν και πάλι τα ηνία της αγοράς, με τον κλαδικό δείκτη να κερδίζει χθες 4,40%, συμβάλλοντας καταλυτικά στην άνοδο του Γενικού Δείκτη στις 2.005,97 μονάδες, με ημερήσια κέρδη 2,34%:
- Η μετοχή της Alpha ήταν η απόλυτη πρωταγωνίστρια της συνεδρίασης, με άνοδο 6,60% και τζίρο που ξεπέρασε τα 70 εκατ. ευρώ.
- Ακολούθησε η Πειραιώς με κέρδη 4,79% και τζίρο 27,8 εκατ. ευρώ.
- Η Εθνική ενισχύθηκε κατά 4,11% με συναλλαγές αξίας 34,7 εκατ. ευρώ.
- Η Eurobank σημείωσε άνοδο 2,96%, με συναλλαγές 36,3 εκατ. ευρώ.
Στις τραπεζικές μετοχές έγινε συνολικός τζίρος 168,9 εκατ.ευρώ, σχεδόν ο μισός τζίρος της χθεσινής συνεδρίασης, που είχε την ιδιαιτερότητα των εξαιρετικά υψηλών συναλλαγών στη μετοχή της Metlen (105 εκατ. ευρώ) λόγω της έναρξης διαπραγμάτευσης στο Λονδίνο.
Παράλληλα, στις μετοχές της Alpha, της Eurobank και της Εθνικής έγιναν συναλλαγές σε πακέτα αξία 43,5 εκατ. ευρώ, σε μια ένδειξη ότι ισχυρά χαρτοφυλάκια παίρνουν νέες θέσεις.
Το φετινό ράλι των τραπεζικών μετοχών έχει αφήσει στους επενδυτές ως τώρα από την αρχή του έτους κέρδη από 46% (Eurobank) έως 116% (Alpha Bank).
Τα κέρδη των τραπεζικών μετοχών φέτος
Τράπεζα | Τιμή 31/12/2024 | Τιμή 4/8/2025 | Μεταβολή (%) |
ALPHA | 1,62 | 3,507 | 116,48% |
ΠΕΙΡΑΙΩΣ | 3,85 | 6,832 | 77,45% |
ΕΘΝΙΚΗ | 7,66 | 12,55 | 63,84% |
EUROBANK | 2,23 | 3,27 | 46,64% |
Κλειδί το stress test
Ο νέος κύκλος τοποθετήσεων από ισχυρά χαρτοφυλάκια στις ελληνικές τραπεζικές μετοχές φαίνεται ότι δεν συνδέεται μόνο με τα πολύ ικανοποιητικά οικονομικά αποτελέσματα εξαμήνου που ανακοίνωσαν τις προηγούμενες ημέρες, αλλά και με την ευχάριστη έκπληξη της Παρασκευής.
Η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (EBA) ανακοίνωσε τα αποτελέσματα του stress test για το 2025, με τις τρεις ελληνικές τράπεζες (η Eurobank δεν ελέγχθηκε λόγω της συγχώνευσης με τη Λαϊκή) να εμφανίζονται ιδιαίτερα ανθεκτικές στο δυσμενές σενάριο, που προέβλεπε, μεταξύ άλλων, συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 6,1% στην Ελλάδα την περίοδο μέχρι και το 2027.
Σε αυτό το «βαρύ» σενάριο και με συνυπολογισμό της διανομής μερισμάτων, αλλά και της γρήγορης μείωσης του αναβαλλόμενου φόρου, οι τρεις τράπεζες βγήκαν... ατσαλάκωτες, με μείωση του βασικού δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας (CET1) κατά 0,5% έως 2,2%.
Βρέθηκαν, μάλιστα,με διψήφια ποσοστά δεικτών CET1 στην κατάληξη της περιόδου ελέγχου (2027), όταν μεγαθήρια της Ευρώπης, όπως η Deutsche Bank και η BNP Paribas είδαν τους δείκτες τους να υποχωρούν σε μονοψήφια ποσοστά (7,4% και 8,9%, αντίστοιχα).
Οι επιδόσεις της Πειραιώς και της Alpha, σε ό,τι αφορά τη μείωση CET1 στο δυσμενές σενάριο (2,2% και λιγότερο από 2%, αντίστοιχα) συγκρίνονται με την αντίστοιχη επίδοση του ιταλικού κολοσσού Unicredit (μείωση κατά 2,26%), ενώ η Εθνική, με μείωση κεφαλαίου μόλις κατά 0,50% στο δυσμενές σενάριο, είχε την πέμπτη καλύτερη επίδοση στην Ευρώπη.
Για να γίνει αντιληπτός ο βαθμός δυσκολίας των φετινών ελέγχων, αρκεί να αναφερθεί ότι οι ευρωπαϊκές θυγατρικές κορυφαίων ομίλων, όπως η HSBC και η Bank of America, είχαν τεράστιες μειώσεις κεφαλαίων στο δυσμενές σενάριο, κατά 6,63% και 8,57%, αντίστοιχα.
Ερμηνεύονται από επενδυτική άποψη το αποτέλεσμα του ελέγχου στις ελληνικές τράπεζες, αναλυτές τονίζουν ότι έχει μεγάλη σημασία ιδιαίτερα για τους σοβαρούς θεσμικούς επενδυτές, όχι μόνο γιατί πιστοποιεί ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν χαμηλό κίνδυνο σε ενδεχόμενη δυσμενή μεταβολή των οικονομικών συνθηκών, αλλά μπορούν με υψηλή αξιοπιστία να υπόσχονται στους επενδυτές σημαντικές διανομές μερισμάτων, με συντελεστές 50% ή και μεγαλύτερους, χωρίς ανησυχούν για ενδεχόμενο «φρενάρισμα» από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό της ΕΚΤ.
Αυτός φαίνεται ότι ήταν και ο βασικός λόγος πίσω από τις νέες τοποθετήσεις που έγιναν χθες στις τραπεζικές μετοχές από ισχυρά διεθνή χαρτοφυλάκια και μένει να φανεί αν υπάρχει στις επόμενες συνεδριάσεις πρόσθετη ροή κεφαλαίων που θα κατευθυνθούν στις μετοχές του κλάδου.
Ειδικότερα, τα αποτελέσματα του ελέγχου για τις ελληνικές τράπεζες έχουν ως εξής:
Τράπεζα | Δείκτης CET1 (πλήρως εφαρμοζόμενος, αναθεωρημένος CRR3) - τέλος 2024 | Δείκτης CET1 (δυσμενές σενάριο) - τέλος 2027 | Μεταβολή (μ.β.) |
Εθνική | 17,30% | 16,80% | -50 |
ALPHA | 15,90% | 13,90% | -197 |
PIRAEUS | 14,00% | 11,80% | -220 |
Εθνική: Στο δυσμενές σενάριο της άσκησης, ο δείκτης FL CET1 της Εθνικής Τράπεζας διαμορφώνεται μόλις 0,50 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από το σημείο εκκίνησης, το οποίο είχε προσαρμοστεί για την έναρξη εφαρμογής της CRR3. Αυτό το αποτέλεσμα κατατάσσει την ΕΤΕ στην κορυφαία θέση στον εγχώριο τραπεζικό χώρο. Στο τέλος του 2027, ο δείκτης της διαμορφώνεται σε 15,4%.
Alpha Bank: Στο δυσμενές σενάριο, η μείωση κεφαλαίου του δείκτη CET1 ανέρχεται σε ποσοστό κάτω από 2% για την τριετία, σε σύγκριση με ποσοστό περίπου 3,1% στην προηγούμενη άσκηση του 2023. Ο δείκτης CET1 με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων διαμορφώνεται στο 13,9% στο τέλος του 2027.
Πειραιώς: Το δυσμενές σενάριο οδηγεί σε μείωση του δείκτη CET1 κατά 2,2% ή 222 μονάδες βάσης για την τριετή περίοδο 2025-2027, μετά τη διανομή στους μετόχους. Η αντίστοιχη μείωση στην άσκηση προσομοίωσης του 2023 ήταν 241 μονάδες βάσης. Στο καταληκτικό έτος 2027, ο δείκτης CET1 της Πειραιώς διαμορφώνεται στο 11,8%.
Υψηλή κερδοφορία
Πριν από το τεστ, οι τράπεζες είχαν επιβεβαιώσει την υψηλή τους κερδοφορία το α' εξάμηνο του 2025, παρά τη μείωση των επιτοκίων:
Η Πειραιώς ανακοίνωσε καθαρά κέρδη ύψους €559 εκατ., οριακά μειωμένα σε σύγκριση με τα €563 εκατ. του πρώτου εξαμήνου του 2024. Παρά την τριμηνιαία μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους, τα οποία ανήλθαν σε €955 εκατ. το α' εξάμηνο του 2025 έναντι €1.045 εκατ. το αντίστοιχο διάστημα του 2024, τα έσοδα της τράπεζας επέδειξαν ανθεκτικότητα. Η ανθεκτικότητα αυτή υποστηρίχθηκε από την ισχυρή δανειακή επέκταση, με την Πειραιώς να εκταμιεύει νέα δάνεια ύψους €6,3 δισ. προς την ελληνική οικονομία, ποσό που αποτελεί ιστορικά την καλύτερη επίδοση πρώτου εξαμήνου για την τράπεζα. Το χαρτοφυλάκιο δανείων αυξήθηκε κατά 15% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα €36 δισ., υπερβαίνοντας τον αρχικό ετήσιο στόχο. Ως αποτέλεσμα, ο στόχος για τα εξυπηρετούμενα δάνεια αναβαθμίστηκε σε πάνω από €36,5 δισ.. Στα καθαρά έσοδα προμηθειών δεν υπήρξε μεταβολή, καθώς παρέμειναν σταθερά στα €325 εκατ. τόσο για το πρώτο εξάμηνο του 2025 όσο και για το αντίστοιχο του 2024. Ο δείκτης απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoaTBV) διαμορφώθηκε στο 15% , σε σύγκριση με τον ετήσιο στόχο για περίπου 14%. Επιπλέον, ο δείκτης NPE μειώθηκε στο 2,6% από 3,3% ένα χρόνο πριν, με την κάλυψη των NPE να ενισχύεται στο 67%.
Η Eurobank κατέγραψε προσαρμοσμένα καθαρά κέρδη €711 εκατ. , ενώ η απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων διαμορφώθηκε στο 16,6% , ξεπερνώντας τον στόχο του 15%. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η συνεισφορά των εργασιών εκτός Ελλάδος, η οποία ανήλθε στο 53% των προσαρμοσμένων καθαρών κερδών του Ομίλου. Τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξήθηκαν κατά 12,2% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα €1.270 εκατ.. Αντίστοιχα, τα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες ενισχύθηκαν κατά 28,9% σε ετήσια βάση, αγγίζοντας τα €364 εκατ.. Αυτή η αύξηση αποδίδεται κυρίως στα έσοδα από το Δίκτυο, τη Διαχείριση Περιουσίας και τις ασφαλιστικές δραστηριότητες μετά την απόκτηση της CNP Cyprus Insurance. Η Eurobank επέδειξε επίσης δυναμική στην πιστωτική επέκταση, με οργανική αύξηση χορηγήσεων κατά €2,2 δισ. το α' εξάμηνο του 2025. Αυτή η επίδοση οδήγησε στην αναθεώρηση προς τα πάνω των στόχων πιστωτικής επέκτασης για το έτος. Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) διαμορφώθηκε στο χαμηλό επίπεδο του 2,8% , με τον δείκτη κάλυψης από προβλέψεις να ανέρχεται στο 92,8%. Η κεφαλαιακή επάρκεια διατηρήθηκε σε ισχυρά επίπεδα, με τον δείκτη CET1 να φτάνει το 15,5% και τον συνολικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας (CAD) το 19,8%.
Η Εθνική Τράπεζα ανακοίνωσε κέρδη μετά τους φόρους (εξαιρώντας μη επαναλαμβανόμενα έσοδα/δαπάνες) ύψους €701 εκατ. , παραμένοντας σχεδόν αμετάβλητα σε σχέση με το α’ εξάμηνο του 2024 και αποδεικνύοντας την ανθεκτικότητα των εσόδων παρά τα χαμηλότερα επιτόκια. Τα καθαρά έσοδα από τόκους μειώθηκαν κατά -9% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα €1.080 εκατ. Από την άλλη πλευρά, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες αυξήθηκαν κατά 8% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα €221 εκατ.. Αυτή η άνοδος οφείλεται στις ισχυρές επιδόσεις τόσο στη Λιανική όσο και στην Εταιρική Τραπεζική. Ειδικότερα, οι προμήθειες από επενδυτικά προϊόντα αυξήθηκαν κατά 66% σε ετήσια βάση, ενώ οι προμήθειες χρηματοδοτήσεων Εταιρικής Τραπεζικής αυξήθηκαν κατά 37%. Ο δείκτης απόδοσης ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (RoTE) διαμορφώθηκε σε 16,3% , υπερβαίνοντας κατά πολύ τον αρχικό στόχο του 13% και οδηγώντας στην αναθεώρησή του σε >15%. Η ισχυρή κεφαλαιακή θέση αποτελεί κύριο συγκριτικό πλεονέκτημα, με τον δείκτη CET1 να ανέρχεται στο 18,9% , ενισχύοντας την ευελιξία της τράπεζας για οργανική ανάπτυξη και διανομή κεφαλαίου στους μετόχους.
Η Alpha Bank ανακοίνωσε καθαρά κέρδη μετά από φόρους ύψους €517 εκατ., σημειώνοντας αύξηση 60,3% σε σύγκριση με τα €322,5 εκατ. του α' εξαμήνου του 2024. Αυτό το ποσό αντιστοιχεί στο 60% του ετήσιου στόχου της τράπεζας. Η απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoTBV) διαμορφώθηκε στο 14,2%. Παρά τη μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους κατά 4,6% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα €794,7 εκατ. , η τράπεζα επέδειξε ανθεκτικότητα. Τα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες αυξήθηκαν σημαντικά κατά 16,4% σε ετήσια βάση, ανερχόμενα σε €229,1 εκατ.. Η άνοδος αυτή οφείλεται στην αυξημένη δραστηριότητα καρτών και πληρωμών, καθώς και σε υψηλότερες προμήθειες από χορηγήσεις επιχειρηματικών δανείων. Η τράπεζα συνέχισε την πειθαρχημένη διαχείριση κόστους, συγκρατώντας αποτελεσματικά τις λειτουργικές δαπάνες. Η κεφαλαιακή θέση παρέμεινε ισχυρή, με τον δείκτη FL CET1 στο 15,7% , διασφαλίζοντας την ικανότητα της τράπεζας να υποστηρίξει την περαιτέρω ανάπτυξη. Η Alpha Bank πέτυχε επίσης καθαρή πιστωτική επέκταση €1,5 δισ. στην Ελλάδα κατά το α' εξάμηνο του έτους. Με βάση τα ισχυρά αυτά αποτελέσματα, η τράπεζα αναθεώρησε ανοδικά την εκτίμησή της για τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) κατά 2%.