Η κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ προχωρά σε αλλαγή στρατηγικής σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, σύμφωνα με νέες οδηγίες που εξέδωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Πλέον, θα θεωρούνται παραβιάσεις οι πολιτικές που υιοθετούν χώρες για την αντιμετώπιση συστημικών διακρίσεων ή η παροχή κρατικών επιδοτήσεων για αμβλώσεις, κατά τη σύνταξη της ετήσιας έκθεσης του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών.
Όπως δήλωσε ο αναπληρωτής εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τόμι Πίγκοτ, "τα τελευταία χρόνια μια νέα καταστροφική ιδεολογία ευνόησε τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων".
Ο ίδιος υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν θα επιτρέψει να συνεχίζονται παραβιάσεις όπως ο ακρωτηριασμός παιδιών, οι νόμοι που περιορίζουν την ελευθερία της έκφρασης και φυλετικά μεροληπτικές πρακτικές στην αγορά εργασίας.
Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, έχει αποστείλει σχετικό υπόμνημα στις αμερικανικές πρεσβείες παγκοσμίως, καλώντας τες να λάβουν υπόψη τις νέες παραμέτρους στις ετήσιες εκθέσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Υψηλόβαθμος αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανέφερε ότι οι ΗΠΑ επιδιώκουν να απομακρυνθούν από την "ταυτότητα ομάδας" και να επικεντρωθούν στα "φυσικά δικαιώματα" του ατόμου.
Η νέα στρατηγική αποτελεί μέρος των προσπαθειών της αμερικανικής κυβέρνησης, μετά την επιστροφή του Τραμπ στην προεδρία, να περιορίσει την προώθηση των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας και να καταργήσει προγράμματα συμπερίληψης και ενσωμάτωσης (DEI), τόσο στις ΗΠΑ όσο και διεθνώς.
Σύμφωνα με αξιωματούχο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τα δικαιώματα "προϋπάρχουν των κυβερνήσεων και μας αποδίδονται από τον Θεό, τον Δημιουργό μας, και όχι από τις κυβερνήσεις", οι οποίες υπάρχουν "για να τα υπερασπίζονται".
Η ετήσια έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τα ανθρώπινα δικαιώματα αποτελούσε επί δεκαετίες σημείο αναφοράς για τους ειδικούς. Ωστόσο, στην πρώτη έκθεση που δημοσιεύθηκε υπό τη νέα κυβέρνηση, παρατηρήθηκε σημαντική μείωση στις αναφορές στα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων.
Επιπλέον, η κυβέρνηση Τραμπ έχει περιορίσει τις επικρίσεις προς χώρες που τη στηρίζουν, ενώ αντίθετα έχει εντείνει τις επισημάνσεις για την επιδείνωση της ελευθερίας του λόγου στην Ευρώπη και έχει αυξήσει τις επικρίσεις προς τη Βραζιλία και τη Νότια Αφρική, με τις οποίες οι σχέσεις είναι τεταμένες λόγω διαφόρων ζητημάτων.