Ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, διατηρεί σαφές προβάδισμα έναντι όλων των πιθανολογούμενων δεξιών αντιπάλων του για τις προεδρικές εκλογές του 2026, όπως αναδεικνύει πρόσφατη δημοσκόπηση του ινστιτούτου MDA.
Οι προεδρικές εκλογές στη μεγαλύτερη οικονομία της Λατινικής Αμερικής προγραμματίζονται για τον Οκτώβριο του 2026. Ο 80χρονος Λούλα έχει ήδη δηλώσει την πρόθεσή του να διεκδικήσει τέταρτη θητεία, χωρίς να έχει ακόμη ξεκαθαριστεί ποιος θα είναι ο βασικός αντίπαλός του.
Ο πρώην πρόεδρος Ζαΐχ Μπολσονάρου, ο οποίος ηττήθηκε στις εκλογές του 2022, έχει καταδικαστεί σε πολυετή κάθειρξη για απόπειρα πραξικοπήματος. Επίσης, του έχει αφαιρεθεί το δικαίωμα του εκλέγεσθαι έως το 2030 λόγω άλλης υπόθεσης.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, σε ενδεχόμενο δεύτερο γύρο με τον κυβερνήτη του Σάο Πάουλο, Ταρκίζιο ντε Φρέιτας, που θεωρείται πιθανός υποψήφιος της δεξιάς, ο Λούλα συγκεντρώνει 46% έναντι 39%. Τον Σεπτέμβριο, το προβάδισμα του Λούλα ήταν μικρότερο (44% έναντι 38%).
Ο Λούλα διατηρεί επίσης προβάδισμα έναντι του Ζαΐχ Μπολσονάρου (49%-37%), του βουλευτή Εντουάρντο Μπολσονάρου (50%-33%) και της πρώην πρώτης κυρίας Μισέλ Μπολσονάρου (49%-36%). Παράλληλα, προηγείται και έναντι άλλων κυβερνητών πολιτειών, όπως του Ρατίνιο Ζούνιορ της Παρανά (46%-39%), του Ρομέου Ζέμα της Μίνας Ζεράις (48%-34%) και του Ρονάλντο Καϊάντο της Γκοϊάς (47%-34%).
Στο βραζιλιάνικο εκλογικό σύστημα, εάν κανένας υποψήφιος δεν συγκεντρώσει άνω του 50% των ψήφων στον πρώτο γύρο, οι δύο πρώτοι περνούν σε δεύτερο γύρο, διαδικασία που ακολουθείται σταθερά από το 2002.
Σε ό,τι αφορά τη δημοτικότητα του προέδρου, το 34% των ερωτηθέντων στη δημοσκόπηση εξέφρασε θετική άποψη για το κυβερνητικό έργο του Λούλα, ενώ το 36% διατηρεί αρνητική στάση και το 29% παραμένει ουδέτερο. Τον Σεπτέμβριο, τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 31%, 40% και 28%.
Η έρευνα του ινστιτούτου MDA, η οποία πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Εθνικής Συνομοσπονδίας Μεταφορών (Confederação Nacional do Transporte / CNT), διεξήχθη μεταξύ 19 και 23 Νοεμβρίου με δείγμα 2.002 εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. Το περιθώριο στατιστικού σφάλματος ανέρχεται σε ±2,2%.