Η κυβέρνηση της Κολομβίας προχωρά, σύμφωνα με σημερινή ανακοίνωση, στην επανεκκίνηση των ψεκασμών με γλυφοσάτη σε φυτείες κόκας, αξιοποιώντας μη επανδρωμένα αεροσκάφη που επιχειρούν σε χαμηλό ύψος. Το μέτρο εφαρμόζεται υπό την πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών, με στόχο τον περιορισμό της παραγωγής κοκαΐνης.
Σύμφωνα με τον προσωρινό υπουργό Δικαιοσύνης, Άντρες Ινταράγκα, τα drones θα πετούν έως 1,5 μέτρο πάνω από τις φυτείες, πραγματοποιώντας ελεγχόμενους ψεκασμούς. Η διαδικασία σχεδιάζεται ώστε να περιοριστεί η διάχυση του ζιζανιοκτόνου στα γύρω οικοσυστήματα και στους τοπικούς πληθυσμούς.
Η χρήση της γλυφοσάτης έχει προκαλέσει αντιδράσεις από τις τοπικές κοινότητες, λόγω ανησυχιών για επιπτώσεις στην υγεία και καταστροφή νόμιμων καλλιεργειών. Έχουν αναφερθεί περιστατικά γενετικών ανωμαλιών μετά από ψεκασμούς, ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προειδοποιεί για την πιθανή καρκινογόνο δράση της ουσίας.
Η ανακοίνωση έρχεται σε μια περίοδο όπου οι σχέσεις Κολομβίας – ΗΠΑ βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλό επίπεδο, μετά από δεκαετίες συνεργασίας στην καταπολέμηση των ναρκωτικών. Η Ουάσινγκτον έχει αφαιρέσει από την Κολομβία την ιδιότητα του συμμάχου στον αγώνα κατά των ναρκωτικών και έχει επιβάλει κυρώσεις στον πρόεδρο Γκουστάβο Πέτρο, επικρίνοντάς τον για επιεική στάση έναντι ένοπλων ομάδων που παράγουν κοκαΐνη.
Ο πρόεδρος Πέτρο, ο οποίος στο παρελθόν είχε ασκήσει σκληρή κριτική στη χρήση της γλυφοσάτης, άλλαξε στάση οκτώ μήνες πριν από τη λήξη της θητείας του, καθώς η Κολομβία καταγράφει ρεκόρ στις καλλιέργειες κόκας. Ο ψεκασμός θα επικεντρωθεί σε περιοχές όπου "οι ένοπλες οργανώσεις αναγκάζουν τους γεωργούς να καλλιεργούν φύλλα κόκας", όπως δήλωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, προσθέτοντας ότι οι επιχειρήσεις αναμένεται να ξεκινήσουν άμεσα.
Η Κολομβία είχε διακόψει τον εναέριο ψεκασμό με γλυφοσάτη το 2015, λόγω ανησυχιών για την ανθρώπινη υγεία και μετά από σχετική απόφαση του υπουργείου Υγείας και της Δικαιοσύνης. Προσπάθειες επανεκκίνησης των ψεκασμών την περίοδο 2018-2022 από τον πρώην πρόεδρο Ιβάν Ντούκε εμποδίστηκαν από το Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο δικαίωσε προσφυγές κοινοτήτων αγροτών, Αφροκολομβιανών και ιθαγενών.