Η πρόσφατη απόφαση της κυβέρνησης για τη δημιουργία εθνικών θαλάσσιων πάρκων σε Ιόνιο και Αιγαίο θέτει την Ελλάδα στην πρωτοπορία της προστασίας του θαλάσσιου οικοσυστήματος στη Μεσόγειο, σημείωσε ο Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ». Η πρωτοβουλία αυτή έτυχε ευρείας αποδοχής από οικολογικές οργανώσεις, διεθνείς φορείς και την κοινωνία των πολιτών.
Σύμφωνα με τον υπουργό, η επέκταση των εθνικών θαλάσσιων πάρκων θα προσφέρει αυξημένη προστασία σε περίπου το ένα τρίτο των χωρικών μας υδάτων, ενώ θα αναβαθμιστεί και η επιτήρησή τους. Μετά την ολοκλήρωση των απαιτούμενων διαδικασιών, όπως η δημόσια διαβούλευση και η έκδοση σχετικού προεδρικού διατάγματος, θα ξεκινήσουν οι περιβαλλοντικές μελέτες που αφορούν τα νέα πάρκα του Αιγαίου.
Αναφερόμενος στις διπλωματικές εξελίξεις, ο κ. Γεραπετρίτης ξεκαθάρισε πως η Ελλάδα «δεν δέχεται υποδείξεις από κανέναν για το τι θα πράξει στα χωρικά της ύδατα», τονίζοντας πως η πολιτική αυτή έχει καταστεί σαφής και στην απάντηση προς τις τουρκικές αντιδράσεις.
Επαναδιατυπώνοντας την ελληνική θέση, ο Υπουργός επισήμανε πως τίποτε δεν πρόκειται να εμποδίσει την άσκηση των δικαιωμάτων και την εφαρμογή εθνικών πολιτικών. Αυτό, όπως δήλωσε, αποδεικνύεται τόσο από τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό όσο και από την πρόσφατη προκήρυξη έρευνας και αξιοποίησης θαλάσσιων οικοπέδων νότια της Κρήτης, με τη συμμετοχή και της Chevron.
Διάλογος Ελληνοτουρκικών Σχέσεων και Κυπριακό
Ο κ. Γεραπετρίτης εξήγησε ότι η Ελλάδα, από τον Σεπτέμβριο του 2023, έχει επιλέξει να θέσει τις διμερείς σχέσεις με την Τουρκία σε πνεύμα δομημένου διαλόγου, ο οποίος στηρίζεται σε τρεις πυλώνες με ξεκάθαρους στόχους και αποτελέσματα.
Σημαντικές διπλωματικές πρωτοβουλίες, όπως ο Πολιτικός Διάλογος και η Θετική Ατζέντα, καθώς και αποστολές εμπιστοσύνης και επιχειρηματικότητα, έχουν ενισχύσει τη συνεργασία. Αποτέλεσμα της προσέγγισης αυτής ήταν η πρόοδος στο εμπόριο, η μείωση των μεταναστευτικών ροών και ο περιορισμός των παραβιάσεων του εναέριου χώρου.
Παράλληλα, επισήμανε ότι είναι προγραμματισμένη συνάντηση μεταξύ του Έλληνα Πρωθυπουργού και του Τούρκου Προέδρου τον ερχόμενο Σεπτέμβριο στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, η οποία πιθανόν θα ορίσει το χρονοδιάγραμμα για το επόμενο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας.
Σε ό,τι αφορά τη Χάγη, ο υπουργός επανέλαβε ότι «για να ανοίξει ο δρόμος της Χάγης θα πρέπει να βρεθεί κοινός τόπος αναφορικά με το εύρος της συζήτησης», διατηρώντας σταθερή τη θέση της Ελλάδας για μία και μόνη διαφορά.
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην απόρριψη της απειλής casus belli σχετικά με την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, την οποία ο υπουργός χαρακτήρισε «αδιανόητη και διαρκές αγκάθι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις». Υπογράμμισε επίσης πως η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια παραμένει αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα και βασικό στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής.
Το Κυπριακό ως Εθνική Προτεραιότητα
Για το Κυπριακό, ο Υπουργός ανέφερε πως η αναθέρμανση των άτυπων συναντήσεων υπό τον ΟΗΕ οδηγήθηκε σε νέα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και καθοριστικό χρονοδιάγραμμα για τα επόμενα βήματα, σε πλήρη συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία. Επισήμανε δε πως μέχρι πρόσφατα, η τουρκική πλευρά αρνούνταν κάθε διάλογο χωρίς αναγνώριση κυρίαρχου στάτους στα κατεχόμενα, όμως πλέον γίνεται σαφές πως το πλαίσιο των συζητήσεων καθορίζεται από τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Η επανένωση της Κύπρου παραμένει μείζων εθνική προτεραιότητα για την Ελλάδα, ενώ «διχαστικές λογικές που αγνοούν το διεθνές δίκαιο δεν είναι αποδεκτές από κανέναν, όχι μόνο από την Ελλάδα και την Κύπρο».
Ελληνολιβυκές Σχέσεις και Θέματα Οριοθέτησης
Σχετικά με τη Λιβύη, ο Υπουργός αναφέρθηκε στη μακροχρόνια τουρκική διείσδυση με αποκορύφωμα το ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο του 2019, το οποίο όπως δήλωσε, δεν ωφέλησε τη σταθερότητα της χώρας. Τόνισε ωστόσο πως η Ελλάδα ενίσχυσε τη διπλωματική παρουσία της τόσο στην Τρίπολη όσο και στη Βεγγάζη, ενώ έμφαση δόθηκε στη στενή και καλά προετοιμασμένη συνεργασία και με τις δύο πλευρές.
Αναφορικά με την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών, η Ελλάδα δηλώνει έτοιμη για επανεκκίνηση του τεχνικού διαλόγου ως προς την ΑΟΖ, αποκλείοντας από τη συζήτηση κάθε αναφορά σε ανυπόστατες συμφωνίες. Σημειώθηκε ακόμη πως οι πρόσφατες κινήσεις της Λιβύης σε σχέση με την εκμετάλλευση θαλάσσιων οικοπέδων σεβάστηκαν τη θέση της Ελλάδας όσον αφορά τη μέση γραμμή.
Στον τομέα του μεταναστευτικού, ο Υπουργός διαπίστωσε μείωση των ροών από την ανατολική Λιβύη, υπογραμμίζοντας ότι η στενή διμερής συνεργασία συνεχίζεται, ενώ το τουρκολιβυκό μνημόνιο παραμένει μη κυρωθέν από τη Βουλή της Λιβύης. Η Ελλάδα, ως η μόνη ευρωπαϊκή χώρα με υψηλόβαθμα κανάλια επικοινωνίας και στις δύο πλευρές, ενισχύει τον ρόλο της στην περιοχή.
Αιγυπτιακές Σχέσεις και Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης
Σε ό,τι αφορά την Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης, ο κ. Γεραπετρίτης επισήμανε ότι σύμφωνα με σχετική δικαστική απόφαση «αναγνωρίστηκε ο εσαεί λατρευτικός χαρακτήρας της Μονής» χωρίς ωστόσο να αναγνωριστεί η κυριότητα στους επίδικους χώρους.
Διαβεβαίωσε πως η Μονή διατηρεί τον ελληνορθόδοξο χαρακτήρα της και πρόσθεσε ότι παραμένουν ανοιχτά νομικά ζητήματα που θα τεθούν σε συζήτηση με τον Αιγύπτιο Υπουργό Εξωτερικών στην Αθήνα, αρχές Αυγούστου.
Ο υπουργός χαρακτήρισε εξαιρετικά σημαντικό το συνεχιζόμενο διάλογο με την Αίγυπτο, καθώς εδραιώνει τον ιστορικό ρόλο της Ελλάδας ως θεματοφύλακα στην προστασία της Μονής και προωθεί λύση στα πολύπλοκα νομικά ζητήματα. Παράλληλα, ανέφερε ότι με νομοσχέδιο που εξετάζεται στη Βουλή διασφαλίζεται η νομική προσωπικότητα της Μονής του Σινά εντός ελληνικής επικράτειας.
«Ο σχεδιασμός της εξωτερικής πολιτικής δεν είναι ιδιοκτησία του εκάστοτε υπουργού εξωτερικών αλλά καθορίζεται από τον Πρωθυπουργό και το ΚΥΣΕΑ», ανέφερε, προσθέτοντας πως μοναδικό του κίνητρο είναι η επιθυμία να υπηρετήσει την πατρίδα και ότι τα εθνικά θέματα δεν προσφέρονται για ανέξοδη μικροπολιτική αντιπαράθεση.
Κλείνοντας, ο Υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισε την πεποίθησή του πως η Ελλάδα θα βρεθεί σε ισχυρότερη θέση στο διεθνές περιβάλλον, με ενισχυμένες στρατηγικές συμμαχίες και κεντρικό ρόλο στους διεθνείς οργανισμούς. Τόνισε δε τη σημασία της αυτοκριτικής στην άσκηση της πολιτικής, σημειώνοντας πως «κριτική χωρίς αυτοκριτική είναι ο ορισμός της υποκρισίας».