Το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) παρουσίασε νέα μελέτη με τίτλο «Ανάπτυξη οικονομετρικών υποδειγμάτων για τη συνεισφορά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και της μεταποίησης στα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας», υπό την επιστημονική επιμέλεια του επίκουρου καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου Κώστα Πασσά.
Η έκδοση βασίζεται σε έργο που ανέλαβε το ΚΕΠΕ για λογαριασμό της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του υπουργείου Ανάπτυξης, στο πλαίσιο της πράξης «Προσαρμογή του Εθνικού Παρατηρητηρίου για τις ΜμΕ στις ανάγκες της νέας Αναπτυξιακής/Βιομηχανικής Πολιτικής 2020-2030 και της πολιτικής για τις ΜμΕ» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα-Επιχειρηματικότητα-Καινοτομία» (ΕΠΑνΕΚ) του ΕΣΠΑ 2014-2020.
Ο συλλογικός τόμος αποτελείται από τρεις θεματικές ενότητες. Στην πρώτη, εξετάζονται οι σχέσεις μεταξύ παραγωγικής απόδοσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και του μακροοικονομικού περιβάλλοντος.
Μέσω οικονομετρικής ανάλυσης, διαπιστώνεται ότι η ανεργία επηρεάζει αρνητικά την παραγωγικότητα της εργασίας, με τις πολύ μικρές επιχειρήσεις να πλήττονται περισσότερο. Επιπλέον, η αύξηση παραγωγικότητας στις μεγάλες επιχειρήσεις δεν συμβάλλει ουσιαστικά στη μείωση της οικονομικής ανισότητας.
Η δεύτερη ενότητα παρουσιάζει ένα μακροοικονομικό υπόδειγμα βασισμένο στο Area Wide Model των Fagan, Henry και Mestre. Η ανάλυση δείχνει ότι η μακροχρόνια ισορροπία της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται από το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και το δημοσιονομικό ισοζύγιο.
Ειδική αναφορά γίνεται στη μεγάλη εξάρτηση της χώρας από τις εισαγωγές κεφαλαιουχικών αγαθών, γεγονός που οδηγεί σε επιδείνωση του εμπορικού και τρεχουσών συναλλαγών ελλείμματος κατά τις φάσεις ανάπτυξης.
Στην τρίτη ενότητα, η μελέτη εστιάζει στις διακλαδικές διασυνδέσεις του μεταποιητικού τομέα με άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, εφαρμόζοντας ανάλυση εισροών-εκροών.
Τα αποτελέσματα δείχνουν πως ο μεταποιητικός τομέας έχει χαμηλές πωλήσεις εισροών προς άλλους κλάδους, με το μεγαλύτερο μέρος αυτών να κατευθύνεται στις υπηρεσίες.
Παράλληλα, πραγματοποιεί υψηλές αγορές εισροών από άλλους τομείς, γεγονός που τον καθιστά ευάλωτο σε μεταβολές τιμών, ιδιαίτερα από τον πρωτογενή τομέα. Τέλος, διαπιστώνεται ότι η ελληνική οικονομία αγοράζει σχετικά λίγα εγχώρια μεταποιημένα προϊόντα, ενώ ο μεταποιητικός τομέας διαδραματίζει σημαντικό ρόλο ως αγοραστής εισροών.