Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) συνεχίζει να μειώνει τα επιτόκια, ο Ντόναλντ Τραμπ να αναστατώνει την παγκόσμια οικονομία, αλλά τίποτα δεν φαίνεται ότι μπορεί να πλήξει τις μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Απόδειξη ότι ο Stoxx 600 Banks έχει εμφανίσει κέρδη 25% από την αρχή του έτους -με τον τραπεζικό δείκτη του ΧΑ να έχει ενισχυθεί 28,5%- εμφανίζοντας το καλύτερο τρίμηνο από το 2020. Οι αιτίες εδράζονται στα ισχυρά μεγέθη, τα προγράμματα επαναγοράς μετοχών, αλλά και στις ενδείξεις ότι υπάρχουν αρκετές ευκαιρίες εξαγορών και συγχωνεύσεων.
Ο κλάδος διαπραγματεύεται πλέον περίπου στις εννέα φορές τα εκτιμώμενα κέρδη (δείκτης P/E), παραμένοντας ο δεύτερος φθηνότερος στην Ευρώπη μετά τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας, κάτι που υποδηλώνει ότι υπάρχει ακόμη περιθώριο ανόδου.
Η «αγάπη» των επενδυτών τροφοδοτείται από πολλούς παράγοντες: ισχυρές εποχές κερδών, γενναιόδωρα προγράμματα επαναγοράς μετοχών, δυνατότητες εξαγορών και συγχωνεύσεων, καθώς και τεράστια δημόσια επενδυτικά σχέδια που πιθανότατα θα διατηρήσουν τα ευρωπαϊκά επιτόκια σε υψηλά επίπεδα.
Για 10 διαδοχικά τρίμηνα η ανοδική πορεία συνεχίζεται, όντας το μεγαλύτερο σερί από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, με τις τράπεζες να έχουν προσφέρει απόδοση άνω του 160%, τριπλάσια σε σύγκριση με το 52% του ευρύτερου δείκτη Stoxx Europe 600.
«Το λειτουργικό περιβάλλον σήμερα είναι πολύ διαφορετικό από σχεδόν κάθε στιγμή των τελευταίων 20 ετών — βλέπουμε τις τράπεζες να μιλούν ξανά για αύξηση των χορηγήσεων, ανοδική καμπύλη αποδόσεων και κυβερνήσεις να συζητούν για μείωση του ρυθμιστικού βάρους», σημειώνει ο Αν. Στίμπσον, επικεφαλής έρευνας ευρωπαϊκών τραπεζών στην Keefe, Bruyette & Woods. «Αυτό πιθανότατα σημαίνει ότι τα καλά νέα δεν έχουν τελειώσει».
Οι θετικές προοπτικές
Μετά από αυτή την ανοδική πορεία, κάποιοι επενδυτές περίμεναν ότι η υπεραπόδοση των τραπεζών θα άρχιζε να υποχωρεί, ιδιαίτερα καθώς οι κεντρικές τράπεζες άρχισαν να μειώνουν τα επιτόκια. Ωστόσο, τα κέρδη απέδειξαν ότι οι δραστηριότητές τους παραμένουν ανθεκτικές, ενώ τα προγράμματα επαναγοράς ενίσχυσαν περαιτέρω τις μετοχές. Τράπεζες όπως η Societe Generale, η Commerzbank και η Banco Santander —που επαναγοράζουν τις δικές τους μετοχές— έχουν αυξηθεί πάνω από 40% φέτος.
Ένας επιπλέον καταλύτης ήταν η έγκριση από τη Γερμανία ενός ιστορικού επενδυτικού πακέτου, δημιουργώντας μια εν δυνάμει απεριόριστη πηγή χρηματοδότησης για την άμυνα και τις υποδομές. Οι γερμανικές τράπεζες αναμένεται να επωφεληθούν, με τη μετοχή της Deutsche Bank να έχει αυξηθεί κατά 35% φέτος, αγγίζοντας υψηλά δεκαετίας.
«Η μετατόπιση της δημοσιονομικής πολιτικής πιθανότατα θα ενισχύσει τις προοπτικές για αύξηση των χορηγήσεων, δεδομένων των αυξημένων δαπανών για την άμυνα, τις υποδομές και έργα τοπικής αυτοδιοίκησης», ανέφεραν αναλυτές της JPMorgan Chase & Co..
Το γεωπολιτικό τοπίο, μαζί με την υποχώρηση του πληθωρισμού, μειώνουν τις πιθανότητες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να μειώσει τα επιτόκια κάτω από το 1,5%, πράγμα που σημαίνει μικρότερη πίεση στα έσοδα από χορηγήσεις, σύμφωνα με την JPMorgan. Αν και η ΕΚΤ μείωσε πρόσφατα τα επιτόκια για έκτη φορά από τον Ιούνιο, δήλωσε ότι η φάση αυτή ενδέχεται να πλησιάζει στο τέλος της.
Ο συνδυασμός χαμηλότερων επιτοκίων και μακροπρόθεσμων δανειοληπτικών σχεδίων από τις κυβερνήσεις έχει αυξήσει την κλίση της καμπύλης αποδόσεων των γερμανικών ομολόγων όσο ποτέ από το 2021. Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες μπορούν να δανείζονται με χαμηλότερο κόστος και να δανείζουν με υψηλότερα επιτόκια.
Οι επενδυτές συνεχίζουν να αυξάνουν την έκθεσή τους. Σύμφωνα με έρευνα της Bank of America τον Μάρτιο, η τοποθέτηση σε χρηματοοικονομικούς τίτλους έχει αυξηθεί, με τις τράπεζες να αποτελούν πλέον το μεγαλύτερο επενδυτικό άνοιγμα στην Ευρώπη. Μάλιστα, το 50% των Ευρωπαίων επενδυτών πιστεύει ότι οι τράπεζες παραμένουν ελκυστικές, από 41% τον προηγούμενο μήνα.
Την ίδια ώρα η κερδοφορία παραμένει ιδιαίτερα ισχυρή. Ο κλάδος παρουσίασε «άλλη μια περίοδο θετικών εκπλήξεων», ανέφεραν αναλυτές της Jefferies, σημειώνοντας την καλή απόδοση των καθαρών εσόδων από τόκους. Οι μεγαλύτερες τράπεζες της ΕΕ είχαν κέρδη – ρεκόρ, ενώ οι 20 κορυφαίες εξ αυτών ανακοίνωσαν πάνω από 18 δισ. ευρώ σε επαναγορές μετοχών μόνο κατά τους πρώτους δύο μήνες του έτους.
Οι συγχωνεύσεις και εξαγορές παραμένουν επίσης στην ατζέντα. Η ισπανική BBVA αναμένει έγκριση για την επιθετική προσφορά απόκτησης της μικρότερης Banco Sabadell, ενώ η ιταλική UniCredit εξετάζει κινήσεις για εξαγορά των Commerzbank και Banco BPM.
Ορισμένοι αναλυτές θέτουν ερωτήματα για τη διάρκεια των θετικών θεμελιωδών παραμέτρων. Μετά από μια σειρά εξαιρετικών περιόδων κερδών, η ανάπτυξη των κερδών αναμένεται να σταθεροποιηθεί. Η μέση εκτίμηση αναμένει μικρή απόδοση τους επόμενους 12 μήνες, επομένως η πιθανή άνοδος σχετίζεται περισσότερο με τη βελτίωση της επενδυτικής διάθεσης και την επέκταση των αποτιμήσεων.
Για τον Ρ. Σολτς, επικεφαλής στρατηγικής στην Singular Bank, η άνοδος των τραπεζικών μετοχών βασίστηκε σε πραγματική βελτίωση της κερδοφορίας, αλλά «τα εύκολα κέρδη έχουν ήδη τελειώσει. Οι αποτιμήσεις δεν είναι πλέον τόσο χαμηλές, οι προσδοκίες δεν είναι εντυπωσιακές, η επενδυτική τοποθέτηση είναι ήδη αρκετά μεγάλη και τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια βρίσκονται σε πτωτική πορεία».