Οι ελληνικές μετοχές ετοιμάζονται να επιστρέψουν στο επίκεντρο των διεθνών επενδυτών των ανεπτυγμένων αγορών, με τη Morgan Stanley να εκτιμά ότι το 2026 θα αποτελέσει σημείο καμπής για την εγχώρια αγορά.
Καταλύτης αυτής της μεταστροφής είναι οι επικείμενες αναβαθμίσεις της Ελλάδας στους διεθνείς δείκτες, σε συνδυασμό με τα ισχυρά μακροοικονομικά θεμελιώδη και τη σταθερότητα του πολιτικού περιβάλλοντος.
Σύμφωνα με την έκθεση του αμερικανικού οίκου, η απόφαση του FTSE να αναβαθμίσει την Ελλάδα σε ανεπτυγμένη αγορά από τον Σεπτέμβριο του 2026, η επανεξέταση της χώρας από τον STOXX τον Απρίλιο του ίδιου έτους και το ενδεχόμενο έναρξης επίσημης διαβούλευσης από τη MSCI δημιουργούν ένα σπάνιο σύνολο θετικών καταλυτών.
Οι εξελίξεις αυτές αναμένεται να αυξήσουν το ενδιαφέρον και τις ροές κεφαλαίων από επενδυτές των ανεπτυγμένων αγορών, οι οποίοι μέχρι σήμερα παραμένουν σε μεγάλο βαθμό εκτός της ελληνικής αγοράς.
Η Morgan Stanley υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα διαθέτει σήμερα ένα μακροοικονομικό προφίλ που ξεχωρίζει στην Ευρώπη. Η πραγματική αύξηση του ΑΕΠ κινείται περίπου στο διπλάσιο του μέσου όρου της Ευρωζώνης, με βασικούς μοχλούς τις επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και την ανθεκτική ιδιωτική κατανάλωση, η οποία ενισχύεται περαιτέρω από φορολογικές μειώσεις – μια σπάνια πρακτική για τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην πολιτική σταθερότητα, η οποία επιτρέπει τη συνέχιση μιας φιλοεπενδυτικής και μεταρρυθμιστικής ατζέντας. Αυτό, σε συνδυασμό με τη σταδιακή συμπίεση του κόστους ιδίων κεφαλαίων, δημιουργεί ένα περιβάλλον ευνοϊκό για τις ελληνικές μετοχές, οι οποίες, παρά την ισχυρή άνοδο των τελευταίων ετών, εξακολουθούν να διαπραγματεύονται με αποτιμήσεις χαμηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Στο επίκεντρο της επενδυτικής στρατηγικής της Morgan Stanley βρίσκονται οι ελληνικές τράπεζες. Ο οίκος σημειώνει ότι ο κλάδος έχει ολοκληρώσει σε μεγάλο βαθμό την εξυγίανση των ισολογισμών του, με τους δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων πλέον σε χαμηλά μονοψήφια επίπεδα, έχει επανεκκινήσει τη διανομή μερισμάτων και εμφανίζει ανθεκτικές προοπτικές ανάπτυξης.
Η ζήτηση για εταιρικά δάνεια παραμένει ισχυρή, ενώ ανοίγονται νέες ευκαιρίες σε τομείς όπως η διαχείριση περιουσίας και οι ασφαλιστικές υπηρεσίες, που μέχρι σήμερα παρουσιάζουν χαμηλή διείσδυση.
Παράλληλα, η έκθεση επισημαίνει ότι, ενώ τα ελληνικά κρατικά ομόλογα έχουν ήδη συγκλίνει πλήρως με την ευρωπαϊκή περιφέρεια, οι ελληνικές μετοχές διαθέτουν ακόμη περιθώριο σύγκλισης. Το υπονοούμενο κόστος ιδίων κεφαλαίων έχει μειωθεί σημαντικά, ωστόσο παραμένει υψηλότερο από το αντίστοιχο των ευρωπαϊκών αγορών, αφήνοντας περιθώριο περαιτέρω βελτίωσης.
Η Morgan Stanley δεν παραβλέπει τους κινδύνους που ενδέχεται να προκύψουν από μια μελλοντική αναβάθμιση σε ανεπτυγμένη αγορά, κυρίως λόγω πιθανών εκροών από funds αναδυόμενων αγορών. Ωστόσο, εκτιμά ότι το 2026 οι θετικοί καταλύτες και η αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας θα υπερισχύσουν, πριν εμφανιστούν τυχόν βραχυπρόθεσμες πιέσεις.
Συνολικά, η έκθεση καταλήγει ότι οι ελληνικές μετοχές βρίσκονται σε φάση ωρίμανσης και επανατοποθέτησης στον διεθνή επενδυτικό χάρτη. Με τις αναβαθμίσεις στους δείκτες να πλησιάζουν και τα θεμελιώδη μεγέθη να παραμένουν ισχυρά, η Ελλάδα φαίνεται έτοιμη να περάσει από την «περιφέρεια» στο προσκήνιο των ανεπτυγμένων αγορών.