Οι βουλευτικές εκλογές της Συρίας, οι πρώτες μετά την απομάκρυνση του Μπασάρ αλ Άσαντ από την εξουσία πριν από περίπου οκτώ μήνες, δεν θα πραγματοποιηθούν σε τρεις επαρχίες λόγω ανησυχιών για την ασφάλεια, σύμφωνα με ανακοίνωση της εκλογικής επιτροπής.
Αρχικά, οι εκλογές είχαν προγραμματιστεί για το διάστημα 15-20 Σεπτεμβρίου.
Ωστόσο, όπως γνωστοποίησε ο εκπρόσωπος της ανώτατης εκλογικής επιτροπής, Χάσαν αλ Νταγίμ, στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (DPA), οι εκλογές θα αναβληθούν στη νότια επαρχία Σουέιντα, καθώς και στις επαρχίες Χασάκε και Ράκα στη βορειοανατολική χώρα, εξαιτίας των συνεχιζόμενων “προκλήσεων ασφαλείας” που επικρατούν στις περιοχές αυτές.
Τον προηγούμενο μήνα, η Σουέιντα, που θεωρείται προπύργιο της μειονότητας των Δρούζων, γνώρισε σοβαρά επεισόδια διαθρησκευτικής βίας με θύματα από διάφορες κοινότητες.
Οι επαρχίες Χασάκε και Ράκα εξακολουθούν να βρίσκονται υπό τον έλεγχο των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων, οι οποίες διοικούνται κυρίως από κουρδικά στοιχεία και διατηρούν τεταμένες σχέσεις με την κυβέρνηση της Δαμασκού.
Σύμφωνα με τον αλ Νταγίμ, δεν έχει οριστεί νέα ημερομηνία για τις εκλογές στις συγκεκριμένες επαρχίες, ωστόσο τόνισε πως η διαδικασία θα προχωρήσει όταν καταστεί εφικτό από τις συνθήκες ασφάλειας.
Νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα, ο προσωρινός πρόεδρος της χώρας, Άχμεντ αλ Σάρα, υπέγραψε διάταγμα που αφορά το προσωρινό εκλογικό σύστημα, παρέχοντας του το δικαίωμα να διορίζει το ένα τρίτο των 210 μελών της νέας Βουλής. Τα υπόλοιπα δύο τρίτα των εδρών θα εκλέγονται από τα τοπικά εκλογικά σώματα.
Ο αλ Σάρα, με επικεφαλής μια συμμαχία ανταρτών υπό ισλαμιστική ηγεσία, ανέλαβε τη διακυβέρνηση μετά την ανατροπή του Άσαντ τον προηγούμενο Δεκέμβριο. Ο έκπτωτος πρόεδρος διέφυγε στη Ρωσία αμέσως μετά το πραξικόπημα.
Τον Ιανουάριο, η νέα κυβέρνηση διέλυσε τη Βουλή, η οποία μέχρι πρότινος ελεγχόταν από το καθεστώς του κόμματος Μπάαθ και του Άσαντ.
Στη συνέχεια, τον Μάρτιο, ο αλ Σάρα ενέκρινε ένα προσωρινό Σύνταγμα, θεσπίζοντας πενταετή μεταβατική περίοδο με στόχο τη σταδιακή πολιτική σταθερότητα.
Έπειτα από την πτώση του καθεστώτος Άσαντ, η νέα διοίκηση προσπαθεί να επιτύχει διεθνή αναγνώριση και να εξασφαλίσει οικονομική στήριξη για την ανοικοδόμηση μιας χώρας που έχει πληγεί από περισσότερα από δέκα χρόνια εμφυλίου πολέμου.