Η ομοσπονδιακή υπηρεσία μετανάστευσης των ΗΠΑ (ICE), υπό τη διοίκηση του Ντόναλντ Τραμπ, αξιοποιεί σημαντικούς οικονομικούς πόρους, επενδύοντας δεκάδες εκατομμύρια δολάρια σε όπλα, πυρομαχικά, αλεξίσφαιρα γιλέκα και τεχνολογία παρακολούθησης. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από λογιστικά έγγραφα που δημοσιοποιήθηκαν μέσω του AFP.
Οι δαπάνες της ICE για εξοπλισμό και τεχνολογία έχουν αυξηθεί αισθητά σε σύγκριση με τις αντίστοιχες περιόδους υπό την προεδρία Τζο Μπάιντεν και την πρώτη θητεία Τραμπ. Η υπηρεσία, η οποία επικρίνεται ως "παραστρατιωτική δύναμη", έχει αναλάβει τη μαζική απέλαση παράτυπων μεταναστών, δαπανώντας σημαντικά κεφάλαια για να ενισχύσει τις επιχειρησιακές της δυνατότητες.
Μετά την ανάληψη καθηκόντων από τον Τραμπ τον Ιανουάριο, η ICE προχώρησε σε παραγγελίες άνω των 70 εκατ. δολαρίων για "κατασκευή ελαφρών όπλων, πυρομαχικών και εξαρτημάτων". Για το ίδιο διάστημα το προηγούμενο έτος, οι σχετικές δαπάνες ανήλθαν σε 9,7 εκατ. δολάρια.
Τον Σεπτέμβριο, η υπηρεσία αγόρασε πυροβόλα όπλα και γεμιστήρες αξίας 10 εκατ. δολαρίων από την Quantico Tactical Incorporated, καθώς και τυφέκια και εξαρτήματα 9 εκατ. δολαρίων από τη Geissele Automatics. Επιπλέον, εξοπλίστηκε με αλεξίσφαιρα γιλέκα και συναφή υλικά άνω των 10 εκατ. δολαρίων.
Η αύξηση των δαπανών επεκτείνεται και στην τεχνολογία παρακολούθησης. Τον ίδιο μήνα, η ICE επένδυσε 3,75 εκατ. δολάρια σε λογισμικό αναγνώρισης προσώπου της Clearview AI. Παράλληλα, προχώρησε σε αγορές από εταιρείες όπως η Magnet Forensics και η Cellebrite, που ειδικεύονται στην εξαγωγή δεδομένων κινητών τηλεφώνων, και την Penlink, η οποία διαχειρίζεται δεδομένα τοποθεσίας από εκατοντάδες εκατομμύρια συσκευές.
Ένα σημαντικό συμβόλαιο ύψους 30 εκατ. δολαρίων με την Palantir αφορά την ανάπτυξη της πλατφόρμας “Immigration OS”, η οποία στοχεύει στον εντοπισμό παράτυπων μεταναστών και όσων βρίσκονται σε διαδικασία εθελούσιας επιστροφής.
Επιπλέον, η ICE επανενεργοποίησε σύμβαση 2 εκατ. δολαρίων με την ισραηλινή εταιρεία Paragon, που δραστηριοποιείται στον τομέα του spyware. Η σύμβαση αυτή είχε ανασταλεί κατά τη διακυβέρνηση Μπάιντεν, λόγω ανησυχιών για την εθνική ασφάλεια.
Αύξηση προϋπολογισμού και επενδύσεις στην παρακολούθηση
Η ICE έχει επίσης ξεκινήσει διαδικασίες για την ενίσχυση της παρακολούθησης στα κοινωνικά δίκτυα. Σε πρόσφατη πρόσκληση ενδιαφέροντος, αναζητά παρόχους για τη δημιουργία κέντρου παρακολούθησης, με περίπου 30 αναλυτές σε 24ωρη βάση, με στόχο τη συλλογή σε πραγματικό χρόνο κρίσιμων πληροφοριών από το διαδίκτυο.
Όλες αυτές οι επενδύσεις κατέστησαν δυνατές λόγω του διευρυμένου προϋπολογισμού που ενέκρινε το Κογκρέσο, το οποίο ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους. Η νέα χρηματοδότηση αγγίζει τα 75 δισεκ. δολάρια για τέσσερα χρόνια, δηλαδή 18,8 δισεκ. δολάρια ετησίως, σχεδόν διπλάσια από τα 9,6 δισεκ. του οικονομικού έτους 2024.
Την ώρα που άλλες ομοσπονδιακές υπηρεσίες αντιμετωπίζουν περιορισμούς λόγω του shutdown, η ICE και το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας εξαιρούνται από τις επιπτώσεις, διατηρώντας απρόσκοπτα τις δραστηριότητές τους.