Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, ανακοίνωσε από το βήμα της Βουλής την κατάθεση δήλωσης συμμετοχής της Ελλάδας στο πρόγραμμα SAFE, αξιοποιώντας τον προκύπτοντα δημοσιονομικό χώρο ύψους 1,2 δισ. ευρώ, μετά από διαπραγμάτευση με το Υπουργείο Οικονομικών.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «η χώρα δεν επιτρέπεται ξανά να βρεθεί εκεί που ήταν παλιά», τονίζοντας ότι ο Πρωθυπουργός και το Υπουργείο Οικονομικών υπογράφουν αυτή τη δέσμευση, αποφεύγοντας την οικονομική υπερέκταση που χαρακτήρισε το παρελθόν.
Ο κ. Δένδιας προχώρησε σε εκτενή τοποθέτηση για τη σημασία της οικονομικής ευστάθειας στη διαμόρφωση της εθνικής στρατηγικής.
Υπογράμμισε πως η ελληνική κοινωνία έχει ήδη πληρώσει βαρύ τίμημα την προηγούμενη δεκαετία και επανέλαβε ότι δεν θα υπερβεί τα καθορισμένα όρια του προϋπολογισμού, απορρίπτοντας λογικές ανεξέλεγκτης αύξησης των αμυντικών δαπανών.
Όπως δήλωσε, «πρέπει κάθε εξοπλιστικό να είναι ενταγμένο εντός του δημοσιονομικού πλαισίου, αλλιώς δεν έχει καμία σοβαρότητα».
Αναφερόμενος στη διαδικασία συμφωνίας εντός της ΕΕ, ο υπουργός ανέλυσε τις λεπτομέρειες λειτουργίας του Κανονισμού SAFE, υπογραμμίζοντας τον πολύπλοκο χαρακτήρα του και τις γραφειοκρατικές απαιτήσεις που τον συνοδεύουν.
Εξέθεσε πως, κατά τη διαμόρφωση του κανονισμού, η Ελλάδα και τέσσερις ακόμη χώρες εξέφρασαν ενστάσεις χωρίς, ωστόσο, να διαθέτουν το απαιτούμενο ποσοστό μειοψηφίας (blocking minority) που θα επέτρεπε την απόρριψή του.
Έτσι, η συμμετοχή της χώρας διασφαλίζεται μέσω διαπραγματεύσεων και στοχευμένης προσαρμογής.
Ο υπουργός διευκρίνισε τις δύο βασικές κατηγορίες συμμετοχής (με 35% και με 100%), αναφέροντας πως η δεύτερη κατηγορία αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης με μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες ώστε να διασφαλιστεί, έστω και προφορικά, η αρχή της ομοφωνίας για τη συμμετοχή τρίτων χωρών.
Αυτή η προφορική δέσμευση, αν και δεν καταγράφηκε στον κανονισμό, σημειώθηκε στα πρακτικά της Επιτροπής.
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε από τον κ. Δένδια στον μακροπρόθεσμο εξοπλιστικό σχεδιασμό. Για πρώτη φορά, η Ελλάδα καταθέτει δεκαετές και εικοσαετές εξοπλιστικό πρόγραμμα, πλήρως ευθυγραμμισμένο με τα συμφωνημένα δημοσιονομικά όρια.
Αντίθετα, στο παρελθόν, παρά τη μεγάλη προσπάθεια που κατέβαλε η προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Άμυνας, σημειώθηκε υπέρβαση των ανώτατων επιτρεπόμενων δαπανών και το πολιτικό σύστημα απέτυχε να τηρήσει τη σοβαρότητα που απαιτούσε η συγκυρία.
Παράλληλα, ο υπουργός απέρριψε το επιχείρημα ότι η ύπαρξη δανείων με χαμηλό επιτόκιο αποτελεί πλεονέκτημα, όπως σημείωσε, «το δάνειο παραμένει δάνειο και τα οφέλη από το χαμηλό επιτόκιο του Δημοσίου δεν είναι το πλέον καθοριστικό».
Αντίθετα, η μεγαλύτερη ζημιά έγκειται στην απώλεια της αξιοπιστίας της χώρας, γεγονός που πρέπει να αποφευχθεί με κάθε κόστος.
Όσον αφορά τις ανησυχίες για πιθανή παραβίαση της προφορικής δέσμευσης της Επιτροπής περί ομοφωνίας, ο κ. Δένδιας είχε προειδοποιήσει την ΕΕ ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να οδηγήσει, επί της ουσίας, στη συμμετοχή τρίτων χωρών όπως η Τουρκία στον αμυντικό μηχανισμό της Ένωσης, εξέλιξη η οποία θεωρείται ανεπιθύμητη για την ελληνική πλευρά.
Καταλήγοντας, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας ξεκαθάρισε ότι η επιλογή της συμμετοχής στο SAFE αποτυπώνει την ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη για ισχυρή άμυνα και τη διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας.
Οι επενδύσεις που θα υλοποιηθούν προέρχονται ήδη από τον μακροπρόθεσμο αμυντικό σχεδιασμό, ενώ επιδιώκεται και η συμμετοχή άλλων ευρωπαϊκών χωρών στα νέα αμυντικά προγράμματα.