Η προστασία του πρωτογενούς τομέα και η στήριξη των αγροτών αποτελούν στρατηγική προτεραιότητα για την Ελλάδα, καθώς οι παραγωγοί αντιμετωπίζουν καθημερινά ένα ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον, υψηλό κόστος παραγωγής και συχνές απώλειες λόγω κλιματικών συνθηκών.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αγρότες είναι πραγματικά και ουσιαστικά.
Ωστόσο, οι παρατεταμένοι αποκλεισμοί εθνικών οδών, τελωνείων και αεροδρομίων δημιουργούν σημαντικές δυσκολίες για άλλες κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες.
Οι κινητοποιήσεις αυτού του τύπου ενέχουν τον κίνδυνο κοινωνικών εντάσεων και συγκρούσεων, ενώ συχνά εργαλειοποιούνται για πρόσκαιρους πολιτικούς λόγους.
Ο αποκλεισμός κεντρικών οδικών αξόνων πλήττει πρωτίστως το εξαγωγικό εμπόριο, συμπεριλαμβανομένων των εξαγώγιμων αγροτικών προϊόντων, αλλά και τις εισαγωγές, σε μια περίοδο όπου ο διεθνής ανταγωνισμός καθιστά τις καθυστερήσεις ασύγγνωστες.
Παραδείγματα από προηγούμενους χειμερινούς αποκλεισμούς, όπως το 2016, το 2019, το 2023 και το 2024, δείχνουν τα προβλήματα που προκαλούνται στην εφοδιαστική αλυσίδα και την αγορά.
Το 2016 ο αποκλεισμός σε κομβικά σημεία οδικού δικτύου προκάλεσε καθυστερήσεις φορτηγών έως και 48 ωρών και απώλειες εξαγωγών, ενώ το 2019 οι εξαγωγείς φρούτων κατέγραψαν απώλειες 1,5 εκατ. ευρώ ημερησίως.
Την περίοδο 2023-2024, οι κυλιόμενοι αποκλεισμοί δημιούργησαν καθυστερήσεις στη διακίνηση φορτηγών και πρόσκαιρες ελλείψεις σε βασικά προϊόντα, όπως πατάτες, φρούτα και γαλακτοκομικά.
Οι οδικοί αποκλεισμοί αυξάνουν τους χρόνους μεταφοράς κατά 20-80%, ανάλογα με το μήκος της παράκαμψης, και προκαλούν συμφόρηση σε δευτερεύοντες δρόμους, επηρεάζοντας τόσο εγχώριες όσο και διεθνείς αποστολές.
Το κόστος μεταφοράς για τους διαμεταφορείς αυξάνεται κατά 10-25% λόγω καυσίμων, εργατοωρών, διοδίων και προστίμων, ενώ οι εταιρείες logistics μετακυλίουν τις αυξήσεις σε εμπορικές επιχειρήσεις. Επιπλέον, υπάρχει κίνδυνος αλλοίωσης ή καταστροφής νωπών προϊόντων και ακύρωση εξαγωγών λόγω καθυστερήσεων σε λιμάνια.
Στο λιανεμπόριο, οι επιπτώσεις γίνονται αισθητές με έλλειψη προϊόντων στα super market μετά από 5-6 ημέρες συνεχών αποκλεισμών και αυξήσεις τιμών σε συγκεκριμένες κατηγορίες έως 7%.
Το χονδρικό εμπόριο αντιμετωπίζει ανατροπές σε προγραμματισμένες παραγγελίες, ιδιαίτερα σε τρόφιμα και πρώτες ύλες, με τις ψυκτικές αλυσίδες να πλήττονται περισσότερο.
Η βιομηχανία και η μεταποίηση καταγράφουν ελλείψεις πρώτων υλών, οδηγώντας σε προσωρινές μειώσεις παραγωγής έως 15%. Σε προηγούμενες κινητοποιήσεις, οι απώλειες στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων ανήλθαν σε 4-5 εκατ. ευρώ ημερησίως.
Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι οι αγρότες πρέπει να λάβουν τα δικαιώματά τους, ακόμη και περισσότερα, προκειμένου να στηριχθεί η ελληνική παραγωγή.
Παράλληλα, τα αγροτικά μπλόκα δημιουργούν συστημική πίεση στην εφοδιαστική αλυσίδα, με καθυστερήσεις, αυξημένο κόστος, απώλειες προϊόντων και προσωρινές ανατιμήσεις, ιδίως σε νωπά προϊόντα, εξαγωγές, μεταφορές και βιομηχανίες τροφίμων.
Παρατεταμένοι αποκλεισμοί άνω των πέντε ημερών εντείνουν την πίεση στην εγχώρια αγορά, επηρεάζοντας το εμπόριο, τα logistics και τις εξαγωγές.
Η άρση των αποκλεισμών απαιτεί την καταβολή των υπολοίπων φετινών επιδοτήσεων ύψους 3,7 δισ. ευρώ, ώστε να περιοριστεί η δυσαρέσκεια από τις καθυστερήσεις στην εκταμίευση κοινοτικών πόρων.
Η θέσπιση ενός αξιόπιστου συστήματος είσπραξης επιδοτήσεων είναι απαραίτητη, ώστε οι αγρότες και κτηνοτρόφοι να μην κινδυνεύουν από καταχρήσεις. Μέσω διαλόγου μπορεί να υπάρξει βιώσιμη λύση που θα ωφελήσει αποκλειστικά τους Έλληνες αγρότες.
Η κυβέρνηση οφείλει να μην υποτιμήσει ούτε τα δίκαια αιτήματα των αγροτών, ούτε τις επιπτώσεις των μπλόκων στην αγορά και την εφοδιαστική αλυσίδα. Αναμένεται η παρέμβαση του Πρωθυπουργού, με στόχο την άμεση, δίκαιη και αποτελεσματική επίλυση προς όφελος όλων.