Μεγάλη προσέλευση επισκεπτών καταγράφηκε σήμερα στο Μεγάλο Αιγυπτιακό Μουσείο (GEM) στο Κάιρο, όπου παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο κοινό σχεδόν ολόκληρη η συλλογή των θησαυρών του Τουταγχαμών.
Στο επίκεντρο του μουσείου βρίσκεται μια εντυπωσιακή αίθουσα τεσσάρων επιπέδων, η οποία φιλοξενεί περισσότερα από 4.500 αντικείμενα από τον βασιλικό τάφο που ανακαλύφθηκε το 1922 από τον Βρετανό αρχαιολόγο Χάουαρντ Κάρτερ, στην Κοιλάδα των Βασιλέων στην Άνω Αίγυπτο.
Η έκθεση περιλαμβάνει τη φημισμένη χρυσή βασιλική μάσκα, διακοσμημένη με ένθετα ημιπολύτιμα λάπις λαζούλι, καθώς και ταφικά αντικείμενα που συνόδευαν τους νεκρούς: αγάλματα, όπλα, κοσμήματα, σκήπτρα, οικιακά σκεύη και στρατιωτικά άρματα.
Για πρώτη φορά εκτίθενται δύο μουμιοποιημένα έμβρυα που βρέθηκαν στον βασιλικό τάφο, τοποθετημένα σε μαύρη θήκη.
Η μούμια του νεαρού φαραώ παραμένει στον τάφο του στην Άνω Αίγυπτο, ωστόσο στο μουσείο το κοινό μπορεί να δει τη σαρκοφάγο του από κόκκινο χαλαζίτη, με τα τρία εγκιβωτισμένα φέρετρα – το μικρότερο από καθαρό χρυσό, βάρους 110 κιλών.
Τα αίτια θανάτου του Τουταγχαμών, σε ηλικία μόλις 19 ετών το 1324 π.Χ., αποτέλεσαν αντικείμενο επιστημονικής διαμάχης. Σύγχρονες γενετικές και ιατρικές μελέτες αποδίδουν τον θάνατό του σε συνδυασμό ελονοσίας και ασθένειας των οστών.
Το GEM διαθέτει συνολικά περίπου 100.000 αντικείμενα, εκ των οποίων εκτίθενται τα μισά. Ξεχωρίζει η ηλιακή λέμβος του Χέοπα, κατασκευασμένη πριν από 4.600 χρόνια, η οποία χαρακτηρίζεται ως "το μεγαλύτερο και παλαιότερο ξύλινο αντικείμενο στην ιστορία της ανθρωπότητας".
Οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν, πίσω από ειδικό τζάμι, τις λεπτομερείς εργασίες συναρμολόγησης μιας δεύτερης ταφικής λέμβου που εντοπίστηκε κοντά στη μεγάλη πυραμίδα του Χέοπα.
Σύντομα, μια μεγάλη πεζογέφυρα θα συνδέει το μουσείο με τον χώρο των πυραμίδων της Γκίζας, που απέχει ένα χιλιόμετρο.
Το μουσείο άνοιξε για το κοινό τον Οκτώβριο του 2024, ενώ τα επίσημα εγκαίνια πραγματοποιήθηκαν το περασμένο Σάββατο. Το κόστος κατασκευής ξεπέρασε το ένα δισεκατομμύριο δολάρια και η ολοκλήρωση του έργου διήρκεσε 20 χρόνια. Οι αιγυπτιακές αρχές χαρακτηρίζουν το GEM ως κομβικό έργο για τον τουρισμό, ο οποίος αποτελεί σημαντική πηγή συναλλάγματος και απασχόλησης σε μια χώρα που επιδιώκει την έξοδο από την οικονομική κρίση.