Με ισχυρές αναπτυξιακές προοπτικές και ελκυστικές αποτιμήσεις εισέρχεται ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος στο 2026, σύμφωνα με νέα ανάλυση της Bank of America. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η σταθερή οικονομική ανάκαμψη της χώρας, η ισχυρή πιστωτική επέκταση και η βελτίωση της ποιότητας ενεργητικού δημιουργούν το έδαφος για νέες επενδυτικές ευκαιρίες, με την Eurobank να ξεχωρίζει ως κορυφαία επιλογή του κλάδου.
Ειδικότερα, η BofA έχει ως κορυφαία επιλογή την Eurobank με σύσταση «Αγορά» και τιμή στόχο τα 4,86 ευρώ εξαιτίας του υψηλότερου ROTE (18% το 2027), της ισχυρής γεωγραφικής/προϊοντικής διαφοροποίησης και της ελκυστικής αποτίμησης.
Με σύσταση «Αγορά » και τιμή στόχο τα 8,85 ευρώ η Τράπεζα Πειραιώς για την ηγετική της θέση στην ανάπτυξη δανείων, στα τέλη/ενεργητικό και στο CIR, καθώς και για τη μείωση της αποτίμησης σε σχέση με τους ομοειδείς ομίλους καθώς βελτιώνεται ταχύτατα η ποιότητα ενεργητικού.
Διατηρεί τη σύσταση «Αγορά» και για την Alpha Bank με τιμή στόχο τα 4,12 ευρώ εξαιτίας της ισχυρότερης δυναμικής EPS και την επιπλέον αξία που μπορεί να προκύψει από την UCG.
Για την Εθνική Τράπεζα διατηρεί σύσταση «Neutral», και τιμή στόχο τα 13,88 ευρώ καθώς η επενδυτική της προοπτική εξαρτάται κυρίως από το πόσο γρήγορα θα αξιοποιήσει το πλεονάζον κεφάλαιό της — και δεν βλέπουμε άμεσες ευκαιρίες χρήσης.
Η BofA επαναλαμβάνει τη θετική τη άποψη για τις ελληνικές τράπεζες έως το 2026 και θεωρεί ότι οι μέσες αποτιμήσεις για το 2027E, με P/E 7,5x και P/TBV 1,1x, εμφανίζονται φθηνές σε σύγκριση με απόδοση ιδίων κεφαλαίων (ROTE) περίπου 15,5%. Επίσης, υπογραμμίζουμε ότι το προφίλ ROTE είναι παρόμοιο με αυτό των ευρωπαϊκών τραπεζών, αλλά με έκπτωση αποτίμησης 10%.
Όπως επισημαίνει ξεχωρίζει τις αυξανόμενες αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων, την διψήφια αύξηση κερδών ανά μετοχή (EPS) κάθε χρόνο, το ισχυρό προφίλ της χώρας με 9% μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης δανείων (CAGR) την περίοδο 2025–2028E και τις σταδιακά βελτιούμενες προοπτικές για επιστροφές κεφαλαίου.
Η BofA αναμένει ότι οι ελληνικές τράπεζες (κατά μέσο όρο) θα εμφανίσουν διψήφια αύξηση EPS και θετικό λειτουργικό μοχλό σε κάθε μία από τις επόμενες τρεις χρονιές, με κινητήριες δυνάμεις:
- 5,5% CAGR στα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) το 2025–2028E — από τους υψηλότερους ρυθμούς στην Ευρώπη, στηριζόμενο από τον κορυφαίο ρυθμό ανάπτυξης δανείων στην Ευρώπη και το τέλος του κύκλου μείωσης επιτοκίων,
- CAGR άνω του 9% στα έσοδα από προμήθειες, χάρη στην αυξανόμενη διείσδυση επενδυτικών/ασφαλιστικών προϊόντων στην Ελλάδα + νέα προϊόντα μέσω εξαγορών,
- συνεχή μείωση των δεικτών κόστους/εισοδήματος (CIR) — ήδη οι χαμηλότεροι στην Ευρώπη (Διάγραμμα 17) — λόγω συγκρατημένων αυξήσεων κόστους,
- περαιτέρω μείωση του κόστους κινδύνου (CoR) (Διάγραμμα 16), χωρίς επιδείνωση της ποιότητας ενεργητικού, μειούμενη ανάγκη για ενίσχυση προβλέψεων και αναπροσαρμογές αμοιβών των servicers.
Ισχυρό προφίλ χώρας σε συνδυασμό με πέντε ακόμα χρόνια ανάκαμψης
Η ελληνική οικονομία έχει ακόμη τουλάχιστον πέντε χρόνια ανάκαμψης πριν επιστρέψει στο προ κρίσης επίπεδο ΑΕΠ, ενώ μόνο το 1/3 των €100 δισ. κεφαλαιακού αποθέματος που χάθηκαν στα χρόνια της κρίσης έχει ανακτηθεί. Συνεπώς, δεν πιστεύουμε ότι η ανοδική πορεία («catch-up trade») έχει ολοκληρωθεί. Η Ελλάδα εμφανίζεται ισχυρή σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές οικονομίες, με ανταγωνιστικές αποδόσεις κρατικών ομολόγων (Διάγραμμα 5), υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης (Διάγραμμα 6) και μείωση του λόγου χρέους/ΑΕΠ άνω των 10 μ.β. έως το 2028E.
Η εταιρική τραπεζική αναμένεται να παραμείνει δυναμική για τουλάχιστον τρία ακόμη χρόνια (με πιθανή επέκταση και στις ΜμΕ), ενώ τα στεγαστικά δάνεια πλέον κινούνται στο «break-even» (Διάγραμμα 7). Αναγνωρίζουμε τις ανησυχίες για το τι θα συμβεί μετά τη λήξη του Ταμείου Ανάκαμψης (RRF), ωστόσο η πορεία της οικονομίας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την επιτυχία της μεταρρυθμιστικής ατζέντας της κυβέρνησης.
Επαρκείς κεφαλαιακοί δείκτες για M&A και υψηλότερες επιστροφές κεφαλαίου
Οι αποδόσεις των ελληνικών τραπεζών παραμένουν χαμηλότερες από των ευρωπαϊκών, καθώς τα κεφαλαιακά αποθέματα πάνω από τους στόχους δεν μπορούν ακόμη να διανεμηθούν πλήρως.
Μέχρι σήμερα αυτό δεν έχει δημιουργήσει πρόβλημα, καθώς τα επιπλέον κεφάλαια αξιοποιήθηκαν σε εξαγορές, χωρίς να υπάρχουν φαινομενές ρυθμιστικές αντιρρήσεις. Νέες ευκαιρίες εξαγορών μπορεί να προκύψουν, αλλά οι επιστροφές κεφαλαίου αναμένεται να επιταχυνθούν με την αύξηση των αποδόσεων.
Καθώς βελτιώνεται η ποιότητα των κεφαλαίων, οι διανομές προς τους μετόχους πιθανόν να αυξηθούν, έως και 90% για την Εθνική Τράπεζα το 2028.