Η πρόταση των Ηνωμένων Πολιτειών για ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2027 αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό στις Βρυξέλλες. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι τονίζουν ότι η διαδικασία ένταξης είναι εξαιρετικά σύνθετη, με σημαντικές επιπτώσεις σε τομείς όπως το κράτος δικαίου και η γεωργία, και δεν θα πρέπει να επισπευσθεί.
Σύμφωνα με υψηλόβαθμους αξιωματούχους, το χρονοδιάγραμμα αυτό περιλαμβάνεται στο αμερικανικό ειρηνευτικό σχέδιο για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Ωστόσο, πολλοί Ευρωπαίοι θεωρούν το 2027 μη ρεαλιστική ημερομηνία, καθώς ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι εκτιμούν ότι η ένταξη δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί πριν το 2030.
Η ενταξιακή πορεία της Ουκρανίας έχει βρεθεί σε αδιέξοδο, καθώς απαιτείται ομοφωνία μεταξύ των 27 κρατών-μελών σε κάθε στάδιο. Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, έχει ουσιαστικά παγώσει τη διαδικασία, αξιοποιώντας το δικαίωμα βέτο και υποστηρίζοντας πως η ένταξη της Ουκρανίας "θα κατέστρεφε" την Ένωση, λόγω των στενών του σχέσεων με τη Ρωσία.
Χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Ουγγαρίας, δεν μπορεί να υπάρξει πρόοδος στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις.
Η πιθανότητα επίσπευσης της ένταξης της Ουκρανίας θέτει πολύπλοκα ερωτήματα για την ευρωπαϊκή αγορά και το κράτος δικαίου. Η Ουκρανία, ως μεγάλος αγροτικός παραγωγός, προκαλεί ανησυχίες σε χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Πολωνία σχετικά με τον ανταγωνισμό στις τιμές των αγροτικών προϊόντων.
Παράλληλα, τίθεται θέμα εάν μια χώρα που βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση μπορεί να υλοποιήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις ώστε να συμμορφωθεί με τα ευρωπαϊκά κριτήρια.
Ευρωπαίοι διπλωμάτες επισημαίνουν ότι η Ουκρανία αντιμετωπίζει ζητήματα ακόμη και με τα σύνορά της, λόγω της προσάρτησης εδαφών από τη Ρωσία, γεγονός που δυσχεραίνει περαιτέρω τη διαδικασία.
Όπως σημειώνει ο ειδικός σε θέματα διεύρυνσης της ΕΕ Λούκας Μάτσεκ, η ένταξη της Ουκρανίας το 2027 είναι «εντελώς μη ρεαλιστική». Για να επιτευχθεί, θα απαιτούνταν πλήρης ανατροπή της υφιστάμενης διαδικασίας, με την ένταξη να προηγείται όλων των άλλων σταδίων.
Επιπλέον, παραμένει ανοιχτό το ερώτημα αν μια τέτοια «νέα μέθοδος» θα εφαρμοστεί και στις χώρες των Βαλκανίων, όπως η Αλβανία, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη και η Σερβία, που αναμένουν εδώ και χρόνια την ένταξή τους χωρίς άμεση προοπτική.
Σημειώνεται ότι το ταχύτερο παράδειγμα ένταξης στην ΕΕ ήταν αυτό της Φινλανδίας, που χρειάστηκε λιγότερο από τρία χρόνια μετά την υποβολή της αίτησής της. Αντίθετα, η Τουρκία παραμένει υποψήφια χώρα για περίπου 30 χρόνια, με τη διαδικασία να έχει σταματήσει πλήρως.