Η ψυχική υγεία και η ευεξία των εργαζομένων αναδεικνύονται σε κρίσιμους παράγοντες για τη βιωσιμότητα και την αποτελεσματική λειτουργία των επιχειρήσεων και οργανισμών. Όπως αναφέρει η Ευτυχία Κασελάκη, Εταίρος, Organization, Change and People Consulting, EY Ελλάδος, οι επιχειρήσεις καλούνται να διαμορφώσουν ένα υγιές και ευέλικτο εργασιακό περιβάλλον, επενδύοντας παράλληλα σε προγράμματα υποστήριξης ψυχικής υγείας, ευαισθητοποίηση και εκπαίδευση στελεχών, έγκαιρη αναγνώριση ενδείξεων πίεσης και καλλιέργεια κουλτούρας σεβασμού και συμπερίληψης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε πρόσφατη έρευνα της EY Ελλάδος, σε συνεργασία με τη Hellas EAP και το Εργαστήριο Πειραματικής Ψυχολογίας του ΕΚΠΑ, τα συμπτώματα άγχους, κατάθλιψης, μοναξιάς και θυμού στους εργαζομένους όχι μόνο επιμένουν αλλά ενισχύονται, παρά την απομάκρυνση από την περίοδο της πανδημίας. Η τρίτη διαδοχική έρευνα, που διεξήχθη σε δείγμα 4.457 εργαζομένων το 2025, καταδεικνύει ότι η κρίση ψυχικής υγείας έχει βαθύτερα αίτια και αποκτά μονιμότερο χαρακτήρα.
Η κόπωση και η μειωμένη αντοχή χαρακτηρίζουν την καθημερινότητα, με πάνω από τους μισούς εργαζόμενους να δηλώνουν ότι βιώνουν επαγγελματικό burnout. Μόνο ένας στους τρεις θεωρεί ότι μπορεί να ανακάμψει με την ίδια ταχύτητα όπως στο παρελθόν. Παράλληλα, παρατηρείται το φαινόμενο οι εργαζόμενοι, παρά την εξουθένωση, να εξακολουθούν να παίρνουν αποφάσεις, γεγονός που εγείρει ερωτήματα για την ορθότητα των επιλογών τους λόγω του burnout. Ανησυχητικά υψηλοί είναι επίσης οι δείκτες σωματοποίησης, με το 47% να αναφέρει αδυναμία και ζαλάδα, έναντι 35% το 2021.
Ιδιαίτερα επιβαρυμένες εμφανίζονται οι γυναίκες, οι νεότεροι εργαζόμενοι, όσοι κατέχουν μη διοικητικές θέσεις και όσοι απασχολούνται σε μικρότερες επιχειρήσεις, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας του 2025.
Η οικονομική ανασφάλεια και οι ανησυχίες για το μέλλον επιδεινώνονται, ενώ προστίθεται η έντονη ανησυχία για τις επιπτώσεις των ψηφιακών τεχνολογιών, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η αυτοματοποίηση, στην εργασία.
Ενίσχυση της ευαισθητοποίησης – Βαθύτερα προβλήματα
Οι επιπτώσεις της ψυχικής επιβάρυνσης αντανακλώνται τόσο στην ποιότητα ζωής όσο και στην απόδοση των εργαζομένων. Το 61% δηλώνει ότι ξεκινά την ημέρα του κουρασμένο, ενώ τέσσερις στους δέκα δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν στη δουλειά. Μόλις το 30% αισθάνεται κινητοποιημένο και χαρούμενο στην εργασία του.
Παρά τις δυσκολίες, παρατηρείται αύξηση της ευαισθητοποίησης: το 79% των συμμετεχόντων δηλώνει ότι ενδιαφέρεται περισσότερο για την ψυχική υγεία, δική του και των άλλων. Το 69% εμφανίζεται διατεθειμένο να ζητήσει βοήθεια από ειδικό όταν αντιμετωπίζει αυξημένο άγχος. Επιπλέον, το 45% αναγνωρίζει ότι τα τελευταία δύο χρόνια έχουν γίνει βήματα για τη μείωση του στίγματος γύρω από την ψυχική υγεία.
Όπως επισημαίνει η κυρία Κασελάκη, είναι απαραίτητο οι επιχειρήσεις να θέσουν στην κορυφή της στρατηγικής τους τα ζητήματα ψυχικής υγείας και ευεξίας, ώστε οι εργαζόμενοι να νιώθουν ασφαλείς, δημιουργικοί και να μπορούν να εναρμονίσουν προσωπική και επαγγελματική ζωή.
Ωστόσο, το εργασιακό περιβάλλον δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στις προσδοκίες των εργαζομένων: μόνο το 21% θεωρεί ότι ο οργανισμός του μεριμνά για την ψυχική υγεία και ευεξία των εργαζομένων, ενώ το 29% αισθάνεται άνετα να μιλήσει για σχετικά ζητήματα στον προϊστάμενό του. Το 35% αναφέρει ότι προσφέρονται προγράμματα υποστήριξης ψυχικής υγείας στον χώρο εργασίας.
Στρατηγικές βελτίωσης και ρόλος της τηλεργασίας
Σύμφωνα με τις απαντήσεις των συμμετεχόντων, οι ενέργειες που πρέπει να αναλάβουν οι επιχειρήσεις εστιάζουν σε τέσσερις βασικές κατηγορίες: ψυχική υγεία και ευεξία, ανάπτυξη ηγεσίας και κουλτούρας, εργασιακό περιβάλλον και ισορροπία προσωπικής-επαγγελματικής ζωής, καθώς και ολοκληρωμένο πλαίσιο υποστήριξης ηγεσίας και ευημερίας προσωπικού.
Συγκεκριμένα, το 48% ζητά καταλληλότερη επιλογή προϊσταμένων, το 47% εκπαίδευση στελεχών στη φροντίδα της ψυχικής ευεξίας και στη διαχείριση στρες, το 46% επιθυμεί καλλιέργεια κουλτούρας σεβασμού του χρόνου εργασίας, ενώ το 42% θεωρεί σημαντική την παρουσία ψυχολόγου στον χώρο εργασίας.
Η απομακρυσμένη εργασία λαμβάνει θετική αποδοχή από το 88% των εργαζομένων, με το 60% να δηλώνει πιο αποτελεσματικό όταν εργάζεται εξ αποστάσεως. Η εμφάνιση αυξημένου στρες κατά την τηλεργασία έχει μειωθεί στο 8%, έναντι 10% το 2023 και 23% το 2021. Ωστόσο, μόνο το 45% αισθάνεται σιγουριά για την επαγγελματική του εξέλιξη μέσω της απομακρυσμένης εργασίας.