Τις επιπτώσεις στην Ευρώπη και την Ελλάδα και την ΝΑ Ευρώπη αναλύει μελέτη της Μονάδα Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας της Eurobank με τίτλο: «Δασμολογικοί πόλεμοι: κίνδυνοι για την διεθνή, την περιφερειακή και την ελληνική οικονομία».
Η μελέτη της Eurobank αναδεικνύει τον ρόλο των δασμολογικών πολέμων ως κρίσιμου παράγοντα αβεβαιότητας για την παγκόσμια οικονομία, αλλά και –κυρίως– για την Ευρώπη ενώ για την Ελλάδα επισημαίνει ότι οι επιπτώσεις θα είναι κατά βάση έμμεσες.
Όπως επισημαίνει η αύξηση των δασμών από τις Ηνωμένες Πολιτείες και οι εμπορικές τριβές με την Κίνα, την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλες χώρες έχουν ήδη ανατρέψει τις διεθνείς ισορροπίες. Παρά την προσωρινή δασμολογική εκεχειρία 90 ημερών που έχει προσφέρει μια σύντομη ανακούφιση στις αγορές, οι διαπραγματεύσεις εξελίσσονται υπό έντονη αβεβαιότητα.
Το ΔΝΤ και οι διεθνείς οργανισμοί έχουν αναθεωρήσει πτωτικά τις προβλέψεις για την παγκόσμια ανάπτυξη, προειδοποιώντας για πλήγμα στην καταναλωτική εμπιστοσύνη και τη δυναμική των επενδύσεων.
Η Ευρωζώνη στο Μάτι του Κυκλώνα
Η Ευρωζώνη, με τη μεγάλη της εξάρτηση από το διεθνές εμπόριο, δέχεται άμεσα τις συνέπειες των εμπορικών συγκρούσεων. Οι αυξανόμενοι δασμοί περιορίζουν την εξωτερική ζήτηση και αποδυναμώνουν την ανταγωνιστικότητα, ειδικά λόγω της ισχυροποίησης του ευρώ.
Η Eurobank εκτιμά πως, ακόμη και σε ένα αισιόδοξο σενάριο σταθεροποίησης των δασμών, η ανάπτυξη της Ευρωζώνης θα επιβραδυνθεί κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες σωρευτικά το 2025-2026.
Σε περίπτωση περαιτέρω κλιμάκωσης, οι απώλειες θα μπορούσαν να διπλασιαστούν. Επιπρόσθετα, η πτώση της ζήτησης θα εντείνει τις αποπληθωριστικές πιέσεις, ωθώντας την ΕΚΤ σε νέες μειώσεις επιτοκίων.
Η Ελλάδα, ως μέλος της Ευρωζώνης, είναι έμμεσα ευάλωτη στις εξελίξεις αυτές. Η πτώση της εξωτερικής ζήτησης για ευρωπαϊκά προϊόντα και υπηρεσίες επηρεάζει άμεσα την ελληνική οικονομία, καθώς η ΕΕ αποτελεί τον κύριο εμπορικό της εταίρο.
Το ενδεχόμενο παρατεταμένων εμπορικών πολέμων αναμένεται να περιορίσει την εξαγωγική δυναμική και να αποδυναμώσει τα κανάλια εμπιστοσύνης που στηρίζουν την ανάπτυξη.
Οι Επιπτώσεις στην Ελλάδα: Προκλήσεις και Ευκαιρίες
Παρά τη χαμηλή άμεση έκθεση στις ΗΠΑ –καθώς οι εξαγωγές προς εκεί αντιπροσωπεύουν μόλις το 1% του ΑΕΠ– η Ελλάδα δεν μένει ανεπηρέαστη.
Η αβεβαιότητα πλήττει τον τουρισμό, έναν από τους βασικούς πυλώνες της ελληνικής οικονομίας, και περιορίζει τις προσδοκίες για διατηρήσιμη άνοδο των εξαγωγών. Ειδικά, το μερίδιο των τουριστών από τις ΗΠΑ (7,7% των τουριστικών εισπράξεων το 2024) μπορεί να μειωθεί εάν οι συνθήκες επιδεινωθούν. Παράλληλα, η επιβράδυνση της ευρωπαϊκής ανάπτυξης μεταφράζεται σε μικρότερη ζήτηση για ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Ωστόσο, η Ελλάδα εισέρχεται σε αυτήν την περίοδο παγκόσμιας αναταραχής με μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε σχέση με το παρελθόν. Η δημοσιονομική σταθερότητα, η επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα, καθώς και τα σημαντικά αποθέματα ρευστότητας, ενισχύουν την οικονομική της βάση.
Τα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ παρέχουν ένα ισχυρό αντι-κυκλικό δίχτυ ασφαλείας. Οι θετικές προοπτικές στον τουρισμό, παρά την αβεβαιότητα, υποδηλώνονται και από τις αυξημένες κρατήσεις αεροπορικών θέσεων για το φετινό καλοκαίρι.
Ανθεκτικές οι τράπεζες
Ιδιαίτερη σημασία έχει η σταθερότητα των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες εμφανίζουν ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια και υψηλή ρευστότητα. Αν και ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, έχει υποχωρήσει στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας δεκαετίας.
Η ανθεκτικότητα που επέδειξε ο τραπεζικός τομέας στις πρόσφατες κρίσεις (πανδημία, ενεργειακή κρίση, πληθωρισμός) δημιουργεί αισιοδοξία ότι οι όποιες νέες αναταράξεις από τους δασμολογικούς πολέμους θα απορροφηθούν χωρίς συστημικό κίνδυνο.
Περιφερειακές Προεκτάσεις
Η μελέτη της Eurobank δεν παραλείπει τις έμμεσες επιπτώσεις στις οικονομίες της Κύπρου και της Βουλγαρίας, οι οποίες έχουν περιορισμένη άμεση έκθεση στις ΗΠΑ αλλά αντιμετωπίζουν κινδύνους λόγω των εμπορικών δεσμών με την Ευρώπη.
Παράλληλα, η ανατίμηση του ευρώ λειτουργεί αποπληθωριστικά στη Βουλγαρία, ενώ η Κύπρος προσελκύει ξένους επενδυτές ως «ασφαλές καταφύγιο» όπως συνέβη κατά τον πρώτο γύρο των δασμών το 2018-2019