Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, οι συστημικοί κίνδυνοι που αντιμετωπίζει ο ελληνικός τραπεζικός τομέας παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα καθώς πλησιάζουμε το τρίτο τρίμηνο του 2025.
Η αξιολόγηση που παρουσιάστηκε καταδεικνύει ότι τόσο οι εγχώριες όσο και οι διεθνείς οικονομικές πιέσεις δεν αναμένεται να προκαλέσουν σημαντική αναταραχή στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, με το περιβάλλον κινδύνου να χαρακτηρίζεται ως ουδέτερο.
Η Τράπεζα της Ελλάδος αποφάσισε να διατηρήσει το ποσοστό του αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας στο 0,25%. Η συγκεκριμένη απόφαση ισχύει με ημερομηνία έναρξης εφαρμογής την 1η Οκτωβρίου 2025, καθώς τα δεδομένα δεν δικαιολογούν προς το παρόν κάποια αύξηση ή μείωση του σχετικού ποσοστού.
Τριμηνιαία παρακολούθηση και προσδιορισμός αποθέματος ασφαλείας
Η καθιερωμένη, τριμηνιαία αξιολόγηση της ΤτΕ λαμβάνει υπόψη όχι μόνο τη βασική διαφορά των πιστώσεων προς το ΑΕΠ, που χρησιμοποιείται ως τυποποιημένος ευρωπαϊκός δείκτης προσδιορισμού του συστημικού κινδύνου – αλλά και ένα σύνολο πρόσθετων δεικτών, προκειμένου να διασφαλίσει μια ολιστική εκτίμηση των μακροοικονομικών συνθηκών.
Όπως προβλέπει η Σύσταση ΕΣΣΚ/2014/1 του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ESRB), ο οδηγός αποθέματος ασφαλείας για την Ελλάδα παραμένει στο «μηδέν».
Αυτό οφείλεται στο ότι η εν λόγω διαφορά συνεχίζει να είναι αρνητική από το τρίτο τρίμηνο του 2012, έχοντας φτάσει, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία (δ΄ τρίμηνο 2024), στις -25,8 ποσοστιαίες μονάδες.
Αναλυτικότερη εξέταση κυκλικών κινδύνων
Εκτός από τα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη, η Τράπεζα της Ελλάδος εξετάζει δείκτες που αναδεικνύουν την ύπαρξη ή τη δυνητική συσσώρευση κυκλικών συστημικών κινδύνων.
Τα κριτήρια αφορούν τις πιστωτικές εξελίξεις, τη δανειακή επιβάρυνση του ιδιωτικού τομέα, τις αγορές οικιστικών και επαγγελματικών ακινήτων, καθώς και μεταβλητές που σχετίζονται με τις εξωτερικές ανισορροπίες, τον τραπεζικό τομέα και τις αγορές κεφαλαίων.
Η ανάλυση των παραπάνω δεικτών σκιαγραφεί την έναρξη μιας ήπιας συσσώρευσης συστημικών κινδύνων σε ορισμένους τομείς – μεταξύ αυτών η χρηματοδότηση των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, η άνοδος των τιμών στα οικιστικά ακίνητα, καθώς και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Παρ’ όλα αυτά, δεν διαφαίνεται αυτή τη στιγμή το ενδεχόμενο υπέρμετρης πιστωτικής επέκτασης στην οικονομία.
Συνεπώς, οι κυκλικοί συστημικοί κίνδυνοι παραμένουν περιορισμένοι και, όπως επιβεβαιώνει η Τράπεζα της Ελλάδος, το συνολικό περιβάλλον κινδύνου για τις ελληνικές τράπεζες κρίνεται σταθερό καθώς εισερχόμαστε στο τρίτο τρίμηνο του 2025.