Ανησυχία προκαλούν οι επιδόσεις των εταιρειών διαχείρισης κόκκινων δανείων (DoValue, Intrum, QQuant, Resolute, UCI κ.ά.), καθώς οι στόχοι που έχουν τεθεί μέσω του προγράμματος ΗΡΑΚΛΗΣ παραμένουν φιλόδοξοι, με το Ελληνικό Δημόσιο να έχει παράσχει εγγυήσεις ύψους περίπου 17 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι εταιρείες κατάφεραν να ρυθμίσουν μέχρι σήμερα μόνο ένα στα τέσσερα δάνεια που διαχειρίζονται. Συγκεκριμένα, μέχρι τον Ιούνιο του 2025, οι ρυθμίσεις αφορούν το 23,4% του συνολικού χαρτοφυλακίου που διαχειρίζονται για λογαριασμό των αγοραστών πιστώσεων.
Όπως επισημαίνεται στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που δημοσιεύθηκε πρόσφατα, το χαμηλό ποσοστό ρυθμίσεων «συνιστά πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι εταιρείες αυτές», καθώς απαιτείται να επιτευχθούν οι στόχοι ανάκτησης που έχουν τεθεί βάσει του προγράμματος κρατικών εγγυήσεων "Ηρακλής".
Η συνολική αξία των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που διαχειρίζονται οι συγκεκριμένες εταιρείες αυξήθηκε κατά 10,1 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2025, φτάνοντας τα 81,6 δισ. ευρώ, κυρίως λόγω ανάληψης νέων δανείων προς διαχείριση. Το μεγαλύτερο μέρος αφορά χαρτοφυλάκιο επιχειρηματικής πίστης (48,8%), ακολουθεί η στεγαστική πίστη (31,2%) και τέλος η καταναλωτική πίστη (20,0%).
Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025, οι αποπληρωμές, ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων και διαγραφές ανοιγμάτων ανήλθαν συνολικά σε 1,8 δισ. ευρώ. Ειδικότερα, οι αποπληρωμές ανήλθαν σε 1,1 δισ. ευρώ, οι ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων σε 0,5 δισ. ευρώ και οι διαγραφές σε 0,2 δισ. ευρώ.
Με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το μεγαλύτερο ποσοστό των ρυθμισμένων ανοιγμάτων προέρχεται από λύσεις οριστικής διευθέτησης (58,2%). Ακολουθούν οι μακροπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης (37,2%) και οι βραχυπρόθεσμες (4,7%). Τα ποσοστά αυτά δείχνουν αύξηση των οριστικών διευθετήσεων σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2024 (55,7%), ενώ μειώνονται οι μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες λύσεις (38,6% και 5,7% αντίστοιχα).
Τον Ιούνιο του 2025, το υπόλοιπο των ανοιγμάτων με οριστική διευθέτηση ανήλθε σε 11,1 δισ. ευρώ (από 10 δισ. ευρώ στο τέλος του 2024), ενώ τα υπόλοιπα για τις μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις ήταν 7,1 δισ. ευρώ και για τις βραχυπρόθεσμες 0,9 δισ. ευρώ (από 6,9 και 1,0 δισ. ευρώ αντίστοιχα).
Το μεγαλύτερο ποσοστό (50,1%) των βραχυπρόθεσμων ρυθμίσεων αφορά λύσεις κεφαλαιοποίησης ληξιπρόθεσμων οφειλών. Στις μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις, οι πιο συνήθεις τύποι είναι η μερική διαγραφή οφειλής (41,6%), ο διαχωρισμός οφειλής (27,1%) και η παράταση διάρκειας (23,3%).