ΓΔ: 1985.52 0.18% Τζίρος: 198.73 εκ. € Τελ. ενημέρωση: 17:25:00
Σαντορίνη
Φωτο: Σαντρορίνη, BD

Πώς ο ελληνικός τουρισμός έγινε... πολλών αστέρων μέσα σε 20 χρόνια

Το διάστημα μεταξύ 2004-2024 αυξήθηκε ο αριθμός των μονάδων με τέσσερα και πέντε αστέρια κατά 6 και 2,1 φορές, αντίστοιχα, ενώ μειώθηκαν τα ξενοδοχεία με ένα ή δύο αστέρια.

Το τουριστικό «μίγμα» της χώρας έχει σημειώσει σημαντική εξέλιξη την τελευταία εικοσαετία, με τον αριθμό των ξενοδοχειακών μονάδων να έχει αυξηθεί κατά +23%, γεγονός που συνοδεύτηκε και από βελτίωση του επιπέδου των υποδομών στα καταλύματα με τέσσερα και πέντε αστέρια, σύμφωνα με τη μελέτη της Eurobank με τίτλο «Πυλώνας τουρισμού: Βασικά χαρακτηριστικά, επίδραση στην οικονομία, προκλήσεις, ευκαιρίες και προτάσεις πολιτικής».

Συγκεκριμένα, το διάστημα μεταξύ 2004-2024 αυξήθηκε ο αριθμός των μονάδων με τέσσερα και πέντε αστέρια (+6,0 και +2,1 φορές, αντίστοιχα) και των κλινών (+4,4 και +1,6 φορές), ενώ στα ξενοδοχεία με ένα και δύο αστέρια τα αντίστοιχα μεγέθη κατέγραψαν μείωση. Παράλληλα, αυξήθηκε η δυναμικότητα τους (+15,3%). Το μεγαλύτερο ποσοστό δωματίων και κλινών συγκεντρώνεται στα ξενοδοχεία μικρού (άνω του 41%) και μεσαίου μεγέθους (περίπου 22%).

Την ίδια περίοδο, ο αριθμός των ενοικιαζόμενων δωματίων και των camping κατέγραψε μείωση. Αν και το μεγαλύτερο ποσοστό ξενοδοχείων, ενοικιαζόμενων δωματίων και camping βρίσκονται κυρίως σε περιοχές που χαρακτηρίζονται ως αγροτικές, κατά την περίοδο 2012-2023 αυξήθηκε το ποσοστό τους σε επαρχιακές πόλεις και μεγάλα αστικά κέντρα.

Η μελέτη της Eurobank υπογραμμίζει τη σημασία του ευρήματος αυτού για τις τοπικές οικονομίες, αναφέροντας πως ο τουρισμός ενισχύει τα εισοδήματα και την απασχόληση σε περιοχές εκτός των αστικών κέντρων, που δεν έχουν πολλές άλλες οικονομικές δραστηριότητες, κι επομένως βοηθάει στη συγκράτηση του πληθυσμού σε αυτές τις περιοχές.

Βραχυχρόνια μίσθωση

Την περίοδο 2022-2024 τα τουριστικά καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης σημείωσαν αύξηση κατά +24,7% και ξεπέρασαν το 1 εκατ. εντός του 2024, καλύπτοντας έτσι τη μεγάλη άνοδο των διεθνών τουριστικών αφίξεων. Ωστόσο, το ποσοστό πληρότητάς τους βρίσκεται στο 30,1%, δηλαδή κατά μέσο όρο χαμηλότερο συγκριτικά με τα ξενοδοχεία (56,1%). Ταυτόχρονα, η μέση διάρκεια παραμονής στα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης είναι στις 3,7 ημέρες, αριθμό ελαφρώς χαμηλότερο από τα ξενοδοχεία, που βρίσκεται στις 4 ημέρες.

Εξάλλου, την περίοδο 2018-2024 η Ελλάδα παρουσιάζει από τις υψηλότερες αυξήσεις στον συνολικό αριθμό διανυκτερεύσεων σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης (123,1%) μεταξύ ανταγωνιστικών αγορών (Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Κροατία, Κύπρος, Μάλτα, Πορτογαλία), κυρίως λόγω αύξησης των ταξιδιωτικών αφίξεων.

Οι τουριστικές αφίξεις και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις

Σύμφωνα με τη μελέτη της Eurobank, την πενταετία 2020-2024, δηλαδή την περίοδο που περιλαμβάνει τη διαταραχή της πανδημίας, τη μεταπανδημική ανάκαμψη και πολλαπλές γεωπολιτικές εντάσεις, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις στην Ελλάδα ανέκαμψαν ταχέως από το «σοκ» του COVID-19 το 2020, που έριξε τις εισπράξεις στα 4,3 δισ. ευρώ ή στο 2,6% του ΑΕΠ. 

Συγκεκριμένα, το 2024 οι ταξιδιωτικές εισπράξεις ενισχύθηκαν στα 21,6 δισ. ευρώ ή στο 9,1% του ΑΕΠ, χωρίς όμως να καταφέρνουν να ξεπεράσουν τα προ πανδημίας επίπεδα ως ποσοστό του ΑΕΠ. Σε πραγματικούς όρους, ήτοι σε σταθερές τιμές, το απόλυτο μέγεθός τους ήταν μικρότερο κατά 1,6% σε σύγκριση με το 2019 (+18,8% σε ονομαστικούς όρους, ήτοι σε τρέχουσες τιμές). 

Η μελέτη αποδίδει την άνοδο των ταξιδιωτικών εισπράξεων κυρίως στη συνιστώσα των αφίξεων, η οποία σημείωσε μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής 7,1% και οδήγησε την εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση στους 40,7 εκατ. ταξιδιώτες το 2024 (συμπεριλαμβανομένων των αφίξεων από κρουαζιέρα). 

Υπογραμμίζει επίσης την ταυτόχρονη μείωση της μέσης δαπάνης των ταξιδιωτών, η οποία από 640,4 ευρώ το 2010, έπεσε στα 530,6 ευρώ το 2024, κάτι που αποδίδει στη μείωση της μέσης διάρκειας παραμονής των ταξιδιωτών στην Ελλάδα στις 5,9 διανυκτερεύσεις το 2024, από 9,3 το 2010. Παράλληλα, η μέση δαπάνη ανά διανυκτέρευση ανήλθε στα 89,7 ευρώ το 2024, από 68,6 ευρώ το 2010, καταγράφοντας έναν μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής ίσο με 1,9%.

Αυτό το ποιοτικό χαρακτηριστικό αναδεικνύει μια διεθνή τάση, σύμφωνα με την οποία οι ταξιδιώτες δεν επιθυμούν πλέον να επισκέπτονται έναν μόνο προορισμό, αλλά πολλούς, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από την ισχυρή δυναμική που παρουσιάζουν τα city breaks τα τελευταία χρόνια.

Το στοίχημα λοιπόν, σύμφωνα και με τη μελέτη, δεν έγκειται στο να αυξηθεί κι’ άλλο ο αριθμός των αφίξεων, ο οποίος οδηγεί και σε υποβάθμιση του περιβάλλοντος και του επιπέδου παρεχόμενων υπηρεσιών, αλλά στο να γίνει μια ολική στροφή σε ένα πιο διατηρήσιμο τουριστικό μοντέλο, μέσω της αύξησης της δαπάνης ανά επισκέπτη.

Από εποχικό σε all-year προορισμό μετατρέπεται η Ελλάδα

Διαχρονικά οι ταξιδιωτικές εισπράξεις και οι ταξιδιωτικές αφίξεις στην Ελλάδα παρουσίαζαν έντονη εποχικότητα, με το γ’ τρίμηνο να έχει τη μερίδα του λέοντος στις ετήσιες ταξιδιωτικές εισπράξεις. Ενδεικτικά, το 2024 κατείχε το 53,3% επί του συνόλου των εισπράξεων, ενώ ακολούθησαν το β’ τρίμηνο με 27,1%, το δ’ τρίμηνο με 14,9% και το α’ τρίμηνο με 4,7%. 

Μέχρι το 2022, εξαιρώντας την περίοδο της πανδημίας, δεν εμφανίστηκε κάποια αλλαγή στην τάση κατανομής των ταξιδιωτικών εισπράξεων. Εντούτοις, το 2023 και το 2024, το μερίδιο του γ’ τρίμηνου μειώθηκε συνολικά κατά 6,5 ποσοστιαίες μονάδες. 

Αν και ακόμη είναι νωρίς για να θεωρηθεί αυτό μία εμπεδωμένη τάση, η μελέτη αποδίδει την εξέλιξη αυτή σε παράγοντες που μειώνουν την εποχικότητα του τουρισμού στην Ελλάδα, όπως είναι η αύξηση του πακέτου city break και η αποφυγή της υψηλής περιόδου από κάποιους επισκέπτες, όχι μόνο για λόγους κλιματικούς, αλλά και για λόγους αποφυγής των υψηλότερων τιμών αυτής της περιόδου.

Google news logo Ακολουθήστε το Business Daily στο Google news

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Το τέλος των ρεκόρ στον τουρισμό: «Καμπανάκι» για στροφή στην ποιότητα

«Επιπεδοποίηση» εσόδων ύστερα από τα συνεχή ρεκόρ που άρχισαν από τα χρόνια της οικονομικής κρίσης προβλέπει ο Γ. Ρέτσος και προειδοποιεί ότι χάνουμε τη μάχη για το "value for money". Δέκα προτάσεις της Eurobank για στροφή στην ποιότητα.