Εκτεταμένη επιχείρηση αποκάλυψης οργανωμένου κυκλώματος εικονικών επιστροφών φόρου έφερε στο φως η Αρχή για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος, με επικεφαλής τον πρώην αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Βουρλιώτη.
Η υπόθεση αφορά τη δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών, περιουσιακών στοιχείων και τραπεζικών θυρίδων μελών κυκλώματος, το οποίο φέρεται να έχει προκαλέσει ζημιά άνω των 13,4 εκατ. ευρώ στο Ελληνικό Δημόσιο.
Όπως προκύπτει από το πολυσέλιδο πόρισμα που διαβιβάστηκε στον αρμόδιο εισαγγελέα για διερεύνηση, τα μέλη του κυκλώματος αντιμετωπίζουν βαριές κακουργηματικές κατηγορίες, όπως εγκληματική οργάνωση, φοροδιαφυγή, απάτη και ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Οι εμπλεκόμενοι δρούσαν συστηματικά, ιδρύοντας σειρά από εταιρείες με κύριο σκοπό την παράνομη επιστροφή φόρου από την ΑΑΔΕ, εκμεταλλευόμενοι εικονικές συναλλαγές.
Η προσοχή της Αρχής στράφηκε στις υπέρογκες επιστροφές φόρου, με ορισμένες εταιρείες να ξεπερνούν τα 4.000.000 ευρώ, ακόμη και μέσα σε ένα μόνο οικονομικό έτος.
Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι τα πρόσωπα λειτουργούσαν από κοινού, παρακάμπτοντας ελέγχους της φορολογικής διοίκησης και εισπράττοντας σημαντικά ποσά που προέκυψαν ως πιστωτικά υπόλοιπα από μη πραγματικές οικονομικές δραστηριότητες.
Τα μετερχόμενα πρόσωπα, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, κατάφεραν να αποκομίσουν συνολικά ποσά που ξεπερνούν τα 13,4 εκατ. ευρώ, τη στιγμή που η πραγματική ζημία για το Δημόσιο είναι ακόμα μεγαλύτερη.
Σημαντική λεπτομέρεια αποτελεί το γεγονός ότι οι εμπλεκόμενες Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες (ΙΚΕ) ιδρύθηκαν τον Δεκέμβριο του 2023, με ελάχιστο κεφάλαιο, αλλά μέσα στο ίδιο έτος παρουσίασαν ασυνήθιστα υψηλό τζίρο.
Όπως αποκαλύφθηκε, διέθεταν περιορισμένο αριθμό πελατών και προμηθευτών, ενώ οι επιστροφές φόρου πιστώνονταν στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς εντός της ίδιας ημέρας.
Τα πρόσωπα-κλειδιά του κυκλώματος προχωρούσαν άμεσα είτε σε ανάληψη μετρητών είτε σε μεταφορές των ποσών σε λογαριασμούς τρίτων, γεγονός που μαρτυρά την οργανωμένη δομή και την πρόθεση απόκρυψης ιχνών.
Κεντρικό ρόλο στις κινήσεις των εταιρειών φαίνεται ότι είχε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, το οποίο αναλάμβανε την υπογραφή όλων των οικονομικών και φορολογικών καταστάσεων. Το ίδιο άτομο είχε προβεί σε παρόμοιες πρακτικές στο παρελθόν και είναι ήδη γνωστό στην Αρχή για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος.
Η υπόθεση αυτή αναδεικνύει για άλλη μια φορά τη σημασία των ελέγχων και της συνεργασίας μεταξύ φορέων, με στόχο την αντιμετώπιση φαινομένων οργανωμένης απάτης σε βάρος του Δημοσίου.