Στα επίπεδα που επικρατούσαν πριν από την ενεργειακή κρίση έχουν επανέλθει οι τιμές λιανικής και χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς. Η τάση αυτή καταγράφεται παρά το γεγονός ότι οι τιμές του φυσικού αερίου και των δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα (CO2) παραμένουν σημαντικά υψηλότερες σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2021.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύγκριση των τιμών με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ελλάδα διατηρείται σταθερά τα τελευταία χρόνια κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στις τιμές λιανικής ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, βρίσκεται στη 16η θέση μεταξύ των 27 κρατών-μελών, ενώ από τον Ιανουάριο του 2024 και μετά καταγράφει ακόμα χαμηλότερες θέσεις.
Πηγές της αγοράς ενέργειας επισημαίνουν ότι οι τιμές συνεχίζουν να παρουσιάζουν διακυμάνσεις ανάλογα με την ώρα της ημέρας, την εποχικότητα και τις συνθήκες σε διασυνδεδεμένες αγορές. Ωστόσο, η συνολική εικόνα δείχνει σημαντική αποκλιμάκωση σε σχέση με τα υψηλά της ενεργειακής κρίσης. Εφόσον διατηρηθεί η ενίσχυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, των υποδομών αποθήκευσης και των δικτύων και δεν υπάρξουν διεθνείς αναταραχές, υπάρχουν οι προϋποθέσεις για σταθεροποίηση της τάσης τα επόμενα χρόνια.
Οι τιμές λιανικής ακολουθούν πλέον τις διακυμάνσεις και την εποχικότητα των τιμών χονδρικής, επιστρέφοντας σταδιακά στα προ κρίσης επίπεδα. Ενδεικτικά, το τιμολόγιο πράσινο Γ1 της ΔΕΗ, με το μεγαλύτερο αριθμό πελατών στη χώρα, διαμορφώνεται σήμερα στα 0,129 €/KWh, έναντι 0,11 €/KWh πριν από την κρίση. Στο αποκορύφωμα της κρίσης, η τιμή είχε φτάσει έως και τα 7,9 €/KWh, χωρίς ωστόσο να μετακυλιστεί στους καταναλωτές λόγω κρατικών μέτρων στήριξης και πολιτικής εκπτώσεων των παρόχων. Η ΔΕΗ απορρόφησε μεγάλο μέρος των αυξήσεων, προσφέροντας συνολικές εκπτώσεις ύψους 2,4 δισ. ευρώ, περιορίζοντας έτσι τις επιπτώσεις για τα νοικοκυριά.
Στο σκέλος της χονδρικής, οι τιμές στο Χρηματιστήριο Ενέργειας βρίσκονται πλέον στο εύρος των 70-100 ευρώ/MWh, επίπεδα αντίστοιχα με το πρώτο εξάμηνο του 2021. Αυτό συμβαίνει παρά τις υψηλότερες τιμές φυσικού αερίου και CO2, με καθοριστικό παράγοντα τη δυναμική ανάπτυξη των ΑΠΕ και τη μείωση της εξάρτησης από τη λιγνιτική παραγωγή. Κάθε 1TWh νέας παραγωγής από ΑΠΕ έχει οδηγήσει σε μείωση της χονδρικής τιμής κατά περίπου 2,2 ευρώ/MWh, υπό συνθήκες φυσιολογικών τιμών φυσικού αερίου. Από το 2019, η παραγωγή ΑΠΕ αυξήθηκε κατά 14 TWh, συμβάλλοντας στη μείωση της ΤΕΑ κατά περίπου 31 ευρώ/MWh για το 2025.
Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης, οι τιμές είχαν φτάσει σε ιστορικά υψηλά, με τη χονδρική να ξεπερνά τα 400 ευρώ/MWh το καλοκαίρι του 2022.