Σε ένα παράλληλο σύμπαν με τον «ανίκητο ηττημένο», Γιάνη Βαρουφάκη κινείται πλέον ο Ντόναλντ Τραμπ, σαλπίζοντας υποχώρηση στον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο που ο ίδιος πυροδότησε για να «κάνει μεγάλη και πλούσια την Αμερική», αλλά καταρράκωσε την αξιοπιστία της Ουάσιγκτον, μετέτρεψε τα ασφαλή καταφύγια του δολαρίου και των ομολόγων σε βομβαρδισμένες θέσεις και έφερε κοντά σε κρίση αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς, όπως η Apple και η Nvidia.
Η πρώτη μεγάλη υποχώρηση του Αμερικανού προέδρου, με έμμεση αναγνώριση ότι το σχέδιο του βασιζόταν σε φαντασιώσεις και όχι σε ορθολογική ανάγνωση της παγκόσμιας οικονομικής πραγματικότητας και της θέσης των ΗΠΑ στο διεθνές σύστημα, ήλθε βεβαίως με την ανακοίνωση του «παγώματος» για 90 ημέρες των εξωφρενικά υψηλών αμοιβαίων δασμών, με στόχο να δοθεί χρόνος για συμφωνίες με τους εμπορικούς εταίρους πλην της Κίνας, που συνέχισε να «τιμωρείται» με δασμούς 145%.
Μέχρι πριν λίγα 24ωρα, η παγκόσμια κοινότητα παρακολουθούσε με αγωνία ένα "chicken game", που θύμιζε τη θεωρία των παιγνίων του Βαρουφάκη για τη μετωπική σύγκρουση της Ελλάδας με την Ευρώπη. Το μεγάλο ερώτημα, την ώρα που Ουάσιγκτον και Πεκίνο έπαιζαν ένα ιδιότυπο πινγκ πονγκ, αυξάνοντας εκατέρωθεν τους δασμούς, που έχουν φθάσει σε επίπεδα ουσιαστικά απαγορευτικά για εμπορικές σχέσεις, ήταν ποιος θα άλλαζε πορεία πρώτος για να αποφύγει τη μεγάλη σύγκρουση, άρα θα αναγνώριζε εμμέσως και την ήττα του στον εμπορικό πόλεμο.
Ο Τραμπ... ανοιγόκλεισε τα μάτια πρώτος
Τελικά, ο Τραμπ βγήκε... «ανίκητος ηττημένος» σε αυτό το «παίγνιο», καθώς έκανε την πρώτη μεγάλη υποχώρηση έναντι της Κίνας την Παρασκευή, χωρίς ο ίδιος να χρειασθεί να την ανακοινώσει και να ταπεινωθεί μπροστά στη διεθνή κοινότητα και στους υποστηρικτές του στις ΗΠΑ.
Με μια απόφαση των τελωνειακών αρχών των ΗΠΑ, που δημοσιεύθηκε «αθόρυβα» την Παρασκευή και ακόμη και τα αμερικανικά μέσα άργησαν λίγο να την αντιληφθούν, ο Τραμπ «ξήλωσε» τους «αμοιβαίους» δασμούς σε βασικά τεχνολογικά προϊόντα, όπως τα κινητά τηλέφωνα, οι υπολογιστές, οι σκληροί δίσκοι και τα μικροτσίπ. Μέσα σε αυτή την τεχνοκρατική απόφαση κρύβεται μια μεγάλη πολιτική ήττα έναντι του Πεκίνου, καθώς μεγάλο μέρος αυτών προϊόντων, με πρώτα τα smartphones της Apple, παράγονται στην Κίνα και θα έπρεπε άμεσα να επιβαρυνθούν με τον «τρελό» δασμό του 125%.
Αυτή η κίνηση αποκαλύπτει και μια βασική αντινομία των δασμών Τραμπ: υποτίθεται ότι θα ευνοούσαν τις ΗΠΑ, προκαλώντας βαρύτατο κόστος στην Κίνα και οδηγώντας σε μεταφορά παραγωγής εντός του αμερικανικού εδάφους, με μεγάλες επενδύσεις και δημιουργία θέσεων εργασίας.
Στην πραγματικότητα, όμως, αποτέλεσαν «πυροβολισμό στα πόδια» της Αμερικής, καθώς οι πρώτοι που θα πλήρωναν βαρύτατο τίμημα θα ήταν τεχνολογικοί κολοσσοί, όπως η Apple, που βάσισαν το επιχειρηματικό τους μοντέλο στο δόγμα αλληλεξάρτησης Chimerica (China - America), χρησιμοποιώντας την Κίνα ως βιομηχανική βάση για την παραγωγή τους, όχι πια επειδή έχει φθηνά μεροκάματα, όπως έχει εξηγήσει σε ανύποπτο χρόνο ο Τιμ Κουκ της Apple, αλλά επειδή συνδυάζει σχετικά χαμηλό κόστος παραγωγής με υψηλή βιομηχανική τεχνογνωσία και επάρκεια.
Όπως αποκάλυψε το Bloomberg, οι δασμοί στην Κίνα είχαν φέρει την Apple κοντά στα όρια της κρίσης, καθώς άρχισε να εφαρμόζει ένα πολύ δύσκολο σχέδιο μεταφοράς μέρους της παραγωγής στην Ινδία, που επιβαρύνεται με χαμηλότερους δασμούς από τον Τραμπ και να προσπαθεί να λύσει τη δύσκολη εξίσωση μιας νέας τιμολογιακής πολιτικής, που θα μοιράσει τα βάρη των δασμών του Τραμπ ανάμεσα στην ίδια την εταιρεία και στους Αμερικανούς καταναλωτές με ανατιμήσεις στα προϊόντα της.
Ο νόμος των απρόβλεπτων συνεπειών λειτούργησε και σε αυτή την περίπτωση με περίεργο τρόπο, καθώς ο Τραμπ προσπάθησε να αναδείξει το μεγαλείο της Αμερικής, αλλά η Apple κινδύνευε, εκτός των άλλων, να χάσει μερίδια στην αμερικανική αγορά από τον μεγάλο της ανταγωνιστή στα smartphones, τη Samsung, που είχε πεδίο δόξης λαμπρό μπροστά της, καθώς οι εισαγωγές από την Κορέα επιβαρύνονται με πολύ μικρότερο συντελεστή «αμοιβαίων» δασμών από την Κίνα, ο οποίος ούτως ή άλλως είχε ανασταλεί για 90 ημέρες.
Το παράδοξο στην περίπτωση της Apple ήταν ότι θέλησε να... χορέψει τανγκό με τον Τραμπ, για να τον εξευμενίσει και να εξασφαλίσει μια εξαίρεση από τους δασμούς στην Κίνα, όπως και τελικά έγινε. Η Apple είχε ανακοινώσει ένα επενδυτικό πρόγραμμα 500 δισ. ευρώ στην Αμερική, αλλά αυτό ελάχιστη σημασία είχε για τις προκλήσεις που αντιμετώπιζε στο άμεσο μέλλον, καθώς κινδύνευε να τραυματισθεί πολύ σοβαρά από τους δασμούς, πριν αρχίσει να υλοποιεί το επενδυτικό της πρόγραμμα για να φέρει τα οφέλη στις ΗΠΑ που οραματιζόταν ο Τραμπ.
Τα προβλήματα της Apple είχαν καταρρακώσει μια από τις ηγετικές μετοχές της Wall Street, που χάνει σχεδόν 19% από την αρχή του έτους, ακόμη και μετά την άνοδο κατά 4% της Παρασκευής. Οι αναλυτές προεξοφλούν άλμα της μετοχής από αύριο, μετά την αναστολή των δασμών στα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, αλλά αυτός που θα «χαμογελάσει» μαζί με τους επενδυτές στη Wall Street θα είναι ο Κινέζος ηγέτης, Σι Τζινπίνγκ, που βλέπει τον Τραμπ να κάνει αυτό που παγκοσμίως δόξασε στο παρελθόν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ: κωλοτούμπα.
Καταστρέφοντας το δολάριο και τα ομόλογα
Το σχέδιο του Τραμπ για τους δασμούς «πέφτει στα βράχια» επειδή εξαρχής βρισκόταν πολύ μακριά από την οικονομική πραγματικότητα. Ο Τραμπ παρουσίαζε την Αμερική ως μεγάλη αδικημένη από τους εμπορικούς εταίρους, που την «έκλεβαν» στο εμπόριο αγαθών και παραγνώριζε τη θέση της στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα από το 1944 και μετά -ακόμη και μετά τη διάλυση του συστήματος Μπρέτον Γουντς από τον Νίξον, το 1971.
Η αμερικανική οικονομία πέρασε οκτώ δεκαετίες πολύ ισχυρής ανάπτυξης χάρη στο παγκόσμιο εμπόριο, αξιοποιήθηκαν οικονομίες χαμηλού κόστους για να μεταφερθεί εκεί η παραγωγή και να στηθούν κολοσσοί όπως η Apple, έγινε παγκοσμίως κυρίαρχη στον τομέα της τεχνολογίας και των υπηρεσιών και αξιοποίησε τη θέση του δολαρίου και των αμερικανικών ομολόγων ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα και ως ασφαλή στοιχεία ενεργητικού, αντίστοιχα, για να εξασφαλίζει φθηνό δανεισμό από τους ξένους και να μεταβληθεί η Wall Street σε μια ακαταμάχητη μηχανή παραγωγής χρηματιστηριακών κερδών.
Σε αυτό το σύστημα, οι Αμερικανοί πληρώνουν δολάρια σε εμπορικούς εταίρους που έχουν ισχυρή βάση στη μεταποίηση για να εισάγουν τα προϊόντα τους, ενώ οι εμπορικοί εταίροι, όπως η Κίνα, η Ιαπωνία και η Γερμανία, επαναφέρουν τα περισσότερα από αυτά τα δολάρια στην Αμερική, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα, μετοχές και άλλα assets. Χάρη στην φθηνή παραγωγή σε τρίτες χώρες, οι αμερικανικές πολυεθνικές απολαμβάνουν αξιοζήλευτα περιθώρια κέρδους, που αποτελούν την κινητήρια δύναμη για τις μετοχές τους και για τη δημιουργία χρηματιστηριακού πλούτου.
Αυτό το σύστημα μπορεί να δημιουργεί ανισορροπίες, καθώς πράγματι το αμερικανικό χρέος τείνει να ξεφύγει από τον έλεγχο (και τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα με τις φοροελαφρύνσεις 5 τρισ. δολ. που προωθεί ο Τραμπ), κινούμενο σε παράλληλη πορεία με το εμπορικό έλλειμμα που επίσης αυξάνεται συνεχώς.
Όμως, οι οικονομολόγοι τονίζουν ότι η λύση για αυτές τις ανισορροπίες δεν είναι να καταστραφεί το σύστημα με τους δασμούς, που βραχυκυκλώνουν τις ροές των κεφαλαίων, αλλά χρειάζονται πιο πολύπλοκες και πολιτικά δύσκολες παρεμβάσεις: διαπραγματεύσεις με καλούς όρους με τους εμπορικούς εταίρους, διόρθωση των δημοσιονομικών ανισορροπιών στις ΗΠΑ με μέτρα μείωσης του ελλείμματος κ.ο.κ.
Αντίθετα, ο Τραμπ μοιάζει να προσπαθεί να καταστρέψει το διεθνές σύστημα, χωρίς στην πραγματικότητα να προτείνει μια βιώσιμη εναλλακτική λύση, προσπαθώντας να επιβάλει δια της αμερικανικής ισχύος τη βούλησή του σε όλους και να ασκήσει μια αυταρχική, αρπακτική πολιτική σε βάρος όλων. Έτσι, όμως, πριν προκαλέσει κόστος στους άλλους, «πριονίζει το κλαδί» της Αμερικής και κινδυνεύει να καταστρέψει τα δύο ισχυρά της όπλα, το δολάριο και τα ομόλογα -για να μη μιλήσουμε για τους κορυφαίους επιχειρηματικούς ομίλους με παγκόσμιο αποτύπωμα.
Όπως είπε χαρακτηριστικά στο Bloomberg ο διάσημος διαχειριστής hedge funds, ο Ελληνοαμερικανός Τζιμ Χάνος, είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που ένας ηγεμόνας καταστρέφει μόνος του την ηγεμονία του...
Οι αγορές στο χείλος του γκρεμού
Πριν υποχρεωθεί ο Τραμπ, την περασμένη Τετάρτη, να ανακοινώσει το «πάγωμα» των δασμών οι αγορές της Αμερικής είχαν φθάσει στο χείλος του γκρεμού, όπως έγραψε χαρακτηριστικά ο Economist. Οι πραγματικά επικίνδυνες για το σύστημα κινήσεις δεν έγιναν στις μετοχές, που είχαν πέσει σε νευρική κρίση, αλλά στο σύμπλεγμα της αγοράς ομολόγων και της διατραπεζικής αγοράς, που αποτελούν τη βάση του οικοδομήματος των αγορών.
Την αποτυχία του σχεδίου Τραμπ αποκαλύπτουν δύο στοιχεία: η μεγάλη αύξηση των αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων, παρότι θα έπρεπε να λειτουργήσουν σαν ασφαλή καταφύγια και να προκληθεί αύξηση των τοποθετήσεων και η «βουτιά» του δολαρίου, που επίσης θα έπρεπε να λειτουργήσει σαν ασφαλές καταφύγιο διεθνών κεφαλαίων σε συνθήκες αναταραχής.
Όπως φαίνεται στο γράφημα της Fed του Σεντ Λιούις, μετά τις ανακοινώσεις των δασμών Τραμπ στις 2 Απριλίου, μόνο για λίγο λειτούργησε το 30ετές αμερικανικό ομόλογο σαν ασφαλές καταφύγιο και έπεσε η απόδοση του, αλλά στη συνέχεια εκτινάχθηκε στα ύψη, πλησιάζοντας το 5%.
Το 30ετές αμερικανικό ομόλογο (απόδοση)

Το δολάριο «γκρεμίστηκε» και είναι χαρακτηριστική η πορεία της ισοτιμίας του έναντι του ευρώ, που ξέφυγε πάνω και από τα 1,13 δολάρια την Παρασκευή, αντανακλώντας τις εκροές κεφαλαίων, οι οποίες συνεχίσθηκαν και μετά την αναστολή των δασμών από τον Τραμπ. Από την αρχή του έτους, οι απώλειες του δολαρίου έναντι του ευρώ είναι της τάξεως του 10%.
Όπως είπε ο γνωστός διαχειριστής κεφαλαίων, Πίτερ Σιφ, ο Τραμπ ήθελε να κάνει πλουσιότερους τους Αμερικανούς, αλλά τελικά γίνονται πλουσιότεροι οι Ευρωπαίοι και άλλοι εμπορικοί εταίροι των ΗΠΑ, που βλέπουν τα νομίσματά τους να αγοράζουν περισσότερα δολάρια.
Η πτώση του δολαρίου μετά την «Ημέρα Απελευθέρωσης» (2 Απριλίου)

Θα χρειασθεί παρέμβαση της Fed;
Η κατάσταση στις χρηματοπιστωτικές αγορές των ΗΠΑ παραμένει εξαιρετικά δύσκολη, παρότι έκαναν μερικά βήματα απομάκρυνσης από το χείλος του γκρεμού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η αγορά προσβλέπει πλέον σε παρέμβαση της Fed, αν υπάρξει νέα επιδείνωση που θα παρέλυε τη λειτουργία της αγοράς ομολόγων και της διατραπεζικής. Η Fed αναγνωρίζει ότι μπορεί να υπάρξει αυτή η ανάγκη και η Σούζαν Κόλινς, πρόεδρος της ομοσπονδιακής τράπεζας της Βοστώνης, δήλωσε την Παρασκευή στους FT ότι η κεντρική τράπεζα είναι έτοιμη να παρέμβει, εάν χρειασθεί -τελευταία τέτοια μεγάλη παρέμβαση είχε γίνει το 2020, λόγω της πανδημίας.
Όπως εξηγεί ο Economist, ενώ οι διακυμάνσεις της αγοράς μετοχών έχουν συμβεί σε σχετικά ομαλές συνθήκες αγοράς μέχρι στιγμής, ορισμένες πρόσφατες εξελίξεις έχουν σηματοδοτήσει ότι η πίεση πώλησης μπορεί να έχει εξαπλωθεί σε άλλες αγορές -ιδιαίτερα σε τίτλους του Δημοσίου των ΗΠΑ και στη βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση σε δολάρια.
Για να γίνουν κατανοητές οι επιπτώσεις της τρέχουσας αναταραχής της αγοράς στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, είναι σημαντικό να παρακολουθείται η πίεση στις αγορές αυτές, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για την ομαλή λειτουργία του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Εάν δεν αντιμετωπισθούν, αυτές οι πιέσεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν πάγωμα των χρηματοπιστωτικών αγορών, αυξάνοντας τον κίνδυνο σοβαρής χρηματοπιστωτικής κρίσης, προειδοποιεί ο Economist.