Το ασπρόμαυρο ραβδωτό κουνούπι, γνωστό ως «Τίγρης της Ασίας» (Aedes albopictus), έχει προκαλέσει αυξημένη ανησυχία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς σχετίζεται με την εξάπλωση νέων επιδημιών που μεταδίδονται μέσω κουνουπιών.
Το 2025 καταγράφηκαν σημαντικά αυξημένα κρούσματα chikungunya και δάγκειου πυρετού σε πολλές περιοχές της Γαλλίας και της Ιταλίας, σύμφωνα με στοιχεία του ECDC. Συγκεκριμένα, έως τις 8 Οκτωβρίου, στη Γαλλία εντοπίστηκαν 700 τοπικά κρούσματα τσικουνγκούνιας και 353 στην Ιταλία, σε δεκάδες εστίες. Το κουνούπι Aedes albopictus αποτελεί τον κύριο διαβιβαστή και των δύο ασθενειών, καθώς τσιμπά κυρίως κατά τη διάρκεια της ημέρας και σε εξωτερικούς χώρους, καθιστώντας την καταπολέμησή του ιδιαίτερα δύσκολη.
Η Ελλάδα μέχρι στιγμής δεν έχει καταγράψει περιστατικά δάγκειου πυρετού ή chikungunya, γεγονός που αποδίδεται κυρίως στην απουσία ταξιδιωτών από ενδημικές περιοχές. Ωστόσο, ο ιός του Δυτικού Νείλου (ΙΔΝ) συνεχίζει να εμφανίζεται, με 93 κρούσματα και 8 θανάτους έως τις αρχές Οκτωβρίου, σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ. Τα περισσότερα κρούσματα εντοπίζονται στην Κεντρική Μακεδονία, όπου ο ΙΔΝ παραμένει ενδημικός εδώ και 15 χρόνια.
Οι ειδικοί επισημαίνουν πως ο πρώιμος καύσωνας του Ιουνίου επηρέασε αρνητικά τη μετάδοση του ΙΔΝ, μειώνοντας τη μολυσματικότητα των πουλιών και κατ’ επέκταση των κουνουπιών. Η διευθύντρια του τμήματος R&D της Οικοανάπτυξης, Sandra Gewehr, ανέφερε ότι η καταπολέμηση του κοινού κουνουπιού (Culex pipiens), που μεταδίδει τον ΙΔΝ, είναι πιο αποτελεσματική σε σχέση με το Aedes albopictus, καθώς το τελευταίο αναπαράγεται κυρίως σε ιδιωτικούς χώρους.
Σε αντίθεση με τον ιό του Δυτικού Νείλου, η μετάδοση της chikungunya και του δάγκειου πυρετού γίνεται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω των κουνουπιών, γεγονός που επιταχύνει την εξάπλωση των ασθενειών. Η εμφάνιση τόσων κρουσμάτων φέτος σε Ιταλία και Γαλλία θεωρείται ιδιαίτερα ανησυχητική, με την Ιταλία να έχει ιστορικό επιδημιών το 2007 και το 2017, ενώ στη Γαλλία μέχρι πρόσφατα καταγράφονταν μόνο μεμονωμένα περιστατικά.
Η αντιμετώπιση του «Τίγρη της Ασίας» αποτελεί μείζονα πρόκληση για τις υπηρεσίες δημόσιας υγείας, καθώς απαιτεί τη συνεργασία των πολιτών και εντατική ενημέρωση, δεδομένου ότι το είδος αυτό αναπαράγεται σε αστικό και ιδιωτικό περιβάλλον.
Τα χίλια κρούσματα chikungunya και δάγκειου πυρετού που σχετίζονται με το Aedes albopictus αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο για τη δημόσια υγεία στη Νότια Ευρώπη, ξεπερνώντας ακόμη και τα κρούσματα του ΙΔΝ, ο οποίος εντοπίστηκε συνολικά σε 28 ευρωπαϊκές χώρες.
Σύμφωνα με την ομότιμη καθηγήτρια Ιατρικής του ΑΠΘ, Άννα Παπά-Κονιδάρη, η αύξηση των κρουσμάτων οφείλεται κυρίως στις μετακινήσεις ταξιδιωτών προς ενδημικές περιοχές, αλλά και στη διασπορά του Aedes albopictus λόγω της κλιματικής αλλαγής, που διευκολύνει την εξάπλωσή του σε βορειότερες περιοχές της Ευρώπης.
Για την Κεντρική Μακεδονία, οι ειδικοί σημειώνουν ότι το καλοκαίρι του 2025 χαρακτηρίστηκε από χαμηλό αριθμό κρουσμάτων και κανένα θανατηφόρο περιστατικό, γεγονός που θεωρείται θετικό για τη δημόσια υγεία. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ασφαλείς εκτιμήσεις για τη μελλοντική εξέλιξη, καθώς αυτή εξαρτάται και από παράγοντες όπως η ένταση του χειμώνα και οι συνθήκες διαχείμασης των κουνουπιών.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω του ECDC, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΠΟΥ-Ευρώπης, έχει εκφράσει έντονη ανησυχία για τον κίνδυνο νέων επιδημιών από μεταδιδόμενες νόσους μέσω κουνουπιών. Από το 2012 έχουν εκδοθεί οδηγίες για την επιτήρηση χωροκατακτητικών ειδών, ενώ το Joint Research Centre έχει τονίσει από το 2018 τον ρόλο της κλιματικής αλλαγής στη διάδοση ασθενειών όπως ο δάγκειος πυρετός, η chikungunya, ο ιός του Δυτικού Νείλου και ο ιός Ζίκα.
Πηγή: ECDC