Ποικίλες ενστάσεις έχει προκαλέσει το νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που έχει κατατεθεί στη Βουλή και αφορά την παραγωγή βιομεθανίου και την οργάνωση της αγοράς υδρογόνου. Ένα είναι το ερώτημα που «καίει» την αγορά: αν τελικά το νομοσχέδιο δημιουργεί επαρκή κίνητρα για τους ενδιαφερόμενους ή τους αποθαρρύνει από μία τέτοια επένδυση.
«Ο νέος νόμος είναι το πρώτο βήμα, αλλά δεν μπορεί να λύσει το ζήτημα του κόστους», δήλωσε χαρακτηριστικά πριν λίγες ημέρες ο γενικός διευθυντής του ΚΑΠΕ, Δημήτρης Καρδοματέας, σε πάνελ του 3ου Hydrogen & Green Gases Forum, αναλύοντας το ζήτημα των κοστολογικών δυσκολιών.
Παράλληλα, υπενθύμισε πως «η λειτουργία των μονάδων μόνο το μεσημέρι δεν αποτελεί λύση. Αν δουλεύει μόνο 10 ώρες την ημέρα ο ηλεκτρολύτης, δεν θα βγει οικονομικά. Πέρυσι, η μέση τιμή χονδρικής στη Γερμανία ήταν 78 ευρώ/MWh, ενώ στην Ελλάδα 101 ευρώ. Είναι φανερό ποιος είναι ο ελέφαντας στο δωμάτιο», τόνισε.
«Η χαλυβουργία ευθύνεται για το 8% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Υπάρχει τεχνολογία βασισμένη στο υδρογόνο, αλλά δεν μπορούμε να προχωρήσουμε γιατί δεν υπάρχει συνεννόηση. Είναι ατελέσφορες όλες οι προσπάθειες απανθρακοποίησης αν δεν βασίζονται σε διεθνή συνεννόηση», συνέχισε.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Παραγωγών Βιοαερίου, Αλέξανδρος Υφαντής, τόνισε ότι το νομοσχέδιο, αν και απαραίτητο, καθυστέρησε πολύ. «Η Ευρώπη καλπάζει στο βιομεθάνιο και εμείς δεν έχουμε καν ξεκινήσει. Αν συνεχίσουμε έτσι, το 2030 δεν θα έχουμε ούτε μία μονάδα. Το κράτος θα πρέπει να αξιολογήσει το βιομεθάνιο όχι μόνο ως πηγή ενέργειας αλλά και ως μέσο διαχείρισης οργανικών αποβλήτων. Στην καρδιά της κυκλικής οικονομίας, τα υπολείμματα είναι το μέλλον της γεωργίας ως λίπασμα».
«Είμαστε ο εύκολος δρόμος του υδρογόνου προς την κατανάλωση, για να μετατραπεί το πράσινο υδρογόνο σε συμβατικό καύσιμο», πρόσθεσε, τονίζοντας ότι η Ελλάδα άργησε να αξιοποιήσει αυτή την ευκαιρία. «Έστω και αργά, μπορούμε να το πετύχουμε, αν κινηθούμε πιο γρήγορα και εκμεταλλευτούμε τις τεχνολογίες που υπάρχουν».
Ο κ. Υφαντής υπογράμμισε πως το νομοσχέδιο δημιουργεί ανισορροπίες και δεν λαμβάνει υπ’ όψιν του το μέγεθος της αγοράς, προσθέτοντας ότι χρειάζονται ρυθμίσεις και διαφοροποιημένες προτάσεις, όχι απαραίτητα περισσότερα χρήματα.
«Στο νομοσχέδιο υπάρχει πρόβλεψη ότι όποιος σταθμός γίνει υβριδικός θα πρέπει να περικόπτει την παραγωγή του κατά 12 ώρες, δηλαδή κατά 50%. Οι περισσότεροι σταθμοί όμως είναι ήδη υπερδανεισμένοι, και κανείς δεν έχει απάντηση για το πώς θα καλυφθούν οι ανάγκες τους».
Από την πλευρά της Hellenic Hydrogen, ο Σπύρος Κοντομάρης ανέδειξε το όραμα της πρώτης μονάδας πράσινου υδρογόνου στο Αμύνταιο, ένα έργο που βρίσκεται ήδη δύο χρόνια στο στάδιο της ωρίμανσης. «Είμαστε πολύ περήφανοι γι’ αυτήν την πρώτη μονάδα στο Αμύνταιο. Σχεδιάζουμε να δημιουργήσουμε ένα cluster κατανάλωσης με εξαγωγικό χαρακτήρα», δήλωσε.
«Αν είχαμε μπροστά μας τον αυριανό ενεργειακό χάρτη Ελλάδας και Ευρώπης, θα βλέπαμε ότι το υδρογόνο και το βιομεθάνιο έχουν κοινό παρανομαστή. Είναι καύσιμα υψηλής θερμικής αξίας για χρήσεις που δεν μπορούν να καλύψουν οι ΑΠΕ», πρόσθεσε, επισημαίνοντας πως χρειάζονται στήριξη για να επιτευχθεί η μετάβαση.
«Τόσο το υδρογόνο όσο και το βιομεθάνιο έχουν τη δική τους θέση. Τα δύο μόρια είναι συγγενικά, δεν υπάρχει χρυσή τομή. Χρειάζονται όλα αν θέλουμε να πετύχουμε την απανθρακοποίηση, είναι αλληλοσυμπληρωματικά. Παρότι καθυστερήσαμε ως χώρα, με τη διαμόρφωση του σχεδίου νόμου, οι εξελίξεις θα είναι πιο γρήγορες», τόνισε η Δέσποινα Τζουλάκη, Senior Manager της Grant Thornton.
Τι προβλέπει το νομοσχέδιο για το βιομεθάνιο
Το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας θεσπίζει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για την παραγωγή βιομεθανίου, με στόχο την ενίσχυση της συμμετοχής του στο ενεργειακό μείγμα της χώρας.
Ως βιομεθάνιο ορίζεται το ανανεώσιμο αέριο που προέρχεται από την αναβάθμιση και τον καθαρισμό του βιοαερίου, το οποίο παράγεται από βιομάζα ή το βιοαποικοδομήσιμο κλάσμα αποβλήτων.
Η διαδικασία αδειοδότησης περιλαμβάνει την περιβαλλοντική αδειοδότηση, τη χορήγηση όρων σύνδεσης, την άδεια εγκατάστασης και την άδεια λειτουργίας. Η άδεια εγκατάστασης ισχύει για τρία (3) έτη , ενώ η άδεια λειτουργίας χορηγείται για είκοσι (20) έτη, με δυνατότητα ανανέωσης. Προβλέπεται δοκιμαστική λειτουργία έως έξι (6) μήνες πριν την τελική αδειοδότηση.
Για τις μονάδες που εγχέουν βιομεθάνιο στο Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου (Ε.Σ.Φ.Α.) ή σε δίκτυο διανομής, το κόστος για την απαραίτητη Μονάδα Ελέγχου και Μέτρησης (Μ.Ε.Μ.) και τον ενδεχόμενο συμπιεστή βαρύνει τον αρμόδιο Διαχειριστή.
Το κόστος του αγωγού σύνδεσης, για απόσταση έως δέκα (10) χιλιόμετρα, επιμερίζεται ισομερώς (50%-50%) μεταξύ παραγωγού και Διαχειριστή. Για τις μονάδες που δεν συνδέονται στο δίκτυο, συνάπτεται ειδική σύμβαση για την κατασκευή και λειτουργία της Μ.Ε.Μ..
Το νομοσχέδιο εισάγει καθεστώς στήριξης, με τη μορφή επενδυτικής ή/και λειτουργικής ενίσχυσης, για όλους τους τύπους μονάδων βιομεθανίου, υπό την προϋπόθεση έγκρισης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Βασικά κίνητρα περιλαμβάνουν:
- Απαλλαγή από χρεώσεις για την έγχυση του βιομεθανίου στο δίκτυο.
- Παροχή κινήτρων για την αναβάθμιση υφιστάμενων μονάδων βιοαερίου σε μονάδες βιομεθανίου. Οι κάτοχοι τέτοιων μονάδων μπορούν να συμμετέχουν σε διαγωνισμούς για ενίσχυση εντός πέντε (5) ετών από την έναρξη ισχύος του νόμου.
- Μονάδες που αναβαθμίζονται μερικώς (υβριδική λειτουργία), διατηρώντας και την ηλεκτροπαραγωγή, μπορούν να λάβουν ενίσχυση, εφόσον η σύμβασή τους για την ηλεκτροπαραγωγή μειωθεί κατά πέντε (5) έτη.
Η προέλευση του βιομεθανίου θα πιστοποιείται μέσω του συστήματος Εγγυήσεων Προέλευσης , οι οποίες θα είναι μεταβιβάσιμες και θα καταγράφονται σε ειδικό μητρώο.
Κανόνες για το υδρογόνο
Το σχέδιο νόμου θεσπίζει κανόνες για την οργάνωση της αγοράς παραγωγής υδρογόνου, ενσωματώνοντας μερικώς την Οδηγία (ΕΕ) 2024/1788. Σκοπός είναι η διαμόρφωση ενός ενιαίου πλαισίου για την έναρξη της αγοράς ανανεώσιμου υδρογόνου και υδρογόνου χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών.
Το νομοσχέδιο καθορίζει το «ανανεώσιμο υδρογόνο» (σ.σ.: πράσινο υδρογόνο) ως παραγόμενο από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (π.χ. ηλεκτρόλυση νερού) και το «υδρογόνο χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών» (σ.σ.: μπλε υδρογόνο) ως παραγόμενο από μη ανανεώσιμες πηγές με μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου τουλάχιστον 70%.
Η αδειοδότηση των μονάδων παραγωγής υδρογόνου διενεργείται σε δύο φάσεις, με τη συνολική διάρκεια των διαδικασιών να μην υπερβαίνει τα δύο (2) έτη. Αρχικά χορηγείται «Βεβαίωση Παραγωγού Υδρογόνου» , ακολουθούμενη από περιβαλλοντική αδειοδότηση, όρους σύνδεσης και άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας.
Οι μονάδες παραγωγής ανανεώσιμου υδρογόνου μπορούν να ενταχθούν σε καθεστώς επενδυτικής ή/και λειτουργικής ενίσχυσης, υπό την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Το σχέδιο νόμου ρυθμίζει επίσης τα Γεωγραφικά Περιορισμένα Δίκτυα Υδρογόνου (ΓεΠΕΔΥ) για βιομηχανικές ή εμπορικές περιοχές. Οι Διαχειριστές ΓεΠΕΔΥ υποχρεούνται να παρέχουν πρόσβαση σε τρίτους, να αναπτύσσουν δεκαετή προγράμματα και να διασφαλίζουν την ασφαλή λειτουργία. Το κόστος εγκατάστασης της Μονάδας Ελέγχου και Μέτρησης (Μ.Ε.Μ.) και τυχόν συμπιεστή βαρύνει τον αρμόδιο Διαχειριστή.