Στο επίκεντρο του σχεδιασμού της κυβέρνησης για την Ελλάδα του 2025-2030 βρίσκεται ο πρωτογενής τομέας, σύμφωνα με τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Κώστα Τσιάρα. Μιλώντας στο συνέδριο «Ελλάδα 2025-2030», υπογράμμισε ότι ο αγροτικός τομέας αποτελεί όχι μόνο κρίσιμο παραγωγικό κλάδο, αλλά «πυλώνα κοινωνικής συνοχής και ευρωπαϊκής στρατηγικής ασφάλειας».
Ο Υπουργός ανακοίνωσε την έναρξη ενός μεγάλου προγράμματος αγροτικής εκπαίδευσης για την ενίσχυση των δεξιοτήτων και της τεχνογνωσίας των παραγωγών. Όπως δήλωσε, «μόλις χθες υπεγράφη μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ και του Ευγενιδείου Ιδρύματος», με στόχο την υλοποίηση σύγχρονων εκπαιδευτικών δράσεων. Παράλληλα, η κυβέρνηση δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη σύνδεση της γνώσης με την παραγωγή και στη μεταποίηση, ενισχύοντας την υπεραξία του ελληνικού προϊόντος.
Σύμφωνα με τον κ. Τσιάρα, προχωρούν προγράμματα για την ευφυή γεωργία, την τεχνολογική αναβάθμιση της κτηνοτροφίας και την ενίσχυση της ψηφιακής μεταποίησης. Οι επενδύσεις αυτές αποσκοπούν στην αύξηση της παραγωγικότητας, στην προσέλκυση νέων ανθρώπων και στη μείωση του κόστους παραγωγής.
Ο Υπουργός χαρακτήρισε τη συζήτηση για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) ως καθοριστικής σημασίας για το μέλλον του τομέα. Η Ελλάδα, όπως είπε, διεκδικεί ισχυρό ρόλο στον ευρωπαϊκό διάλογο, με προτεραιότητα τη στήριξη των νέων αγροτών και τη δίκαιη αναδιανομή των ευρωπαϊκών πόρων. Η κυβέρνηση παρακολουθεί τις εξελίξεις ώστε να διασφαλίσει τα συμφέροντα της ελληνικής παραγωγής.
Στον τομέα των ελέγχων, ο κ. Τσιάρας ανέφερε σημαντική αύξηση: «Φέτος το Πάσχα έγιναν 7.958 έλεγχοι, έναντι 4.140 το 2024 – αύξηση 92%». Οι έλεγχοι πραγματοποιήθηκαν σε νέα σημεία όπως τα διόδια Αφιδνών, το λιμάνι του Ηρακλείου και πολλές Κεντρικές Αγορές και μονάδες λιανικής. Στόχος είναι η προστασία καταναλωτών και παραγωγών από αθέμιτες πρακτικές και παραπλανητική σήμανση προέλευσης.
Αναφερόμενος στον ΟΠΕΚΕΠΕ, ο Υπουργός διαβεβαίωσε ότι «οι πληρωμές δεν διακυβεύονται» και πως όσοι έλαβαν παράνομα επιδοτήσεις θα τις επιστρέψουν. Η ένταξη του οργανισμού στην ΑΑΔΕ δημιουργεί ένα νέο λειτουργικό πλαίσιο, με ανεξάρτητο έλεγχο και ενισχυμένες ψηφιακές δυνατότητες. Ο Οργανισμός θα λειτουργεί ως διακριτή διεύθυνση, με αμετάβλητα τα δικαιώματα των παραγωγών. «Κλείνουμε τα παράθυρα στην αδιαφάνεια και ενισχύουμε την αξιοπιστία του συστήματος», κατέληξε.