Στην κατάθεσή του στη δίκη για την υπόθεση των υποκλοπών μέσω του κακόβουλου λογισμικού Predator, ο πρώην υπουργός Χρήστος Σπίρτζης χαρακτήρισε το σκάνδαλο ως «κάτι πολύ χειρότερο από την καταστρατήγηση του Συντάγματος».
Ο κ. Σπίρτζης, που συμμετέχει ως πολιτικώς ενάγων, ανέφερε ότι το 2021 δέχθηκε τρία «μολυσμένα» μηνύματα, στοχεύοντας την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό για την ευθύνη στις παρακολουθήσεις και τους λόγους που συγκεκριμένα πρόσωπα τέθηκαν υπό παρακολούθηση.
Σύμφωνα με την κατάθεσή του, το Predator «χρησιμοποιήθηκε για τον έλεγχο της πολιτικής, οικονομικής και δημοσιογραφικής ζωής της χώρας».
Ο κ. Σπίρτζης τόνισε ότι η κυβέρνηση είχε την ευθύνη για το ποιοι παρακολουθούνταν και για ποιους σκοπούς, υποστηρίζοντας πως στόχος ήταν ο έλεγχος της πολιτικής ζωής, των μέσων ενημέρωσης, του στρατού, της αστυνομίας, αλλά και της οικονομικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων επιχειρηματιών.
Όπως ανέφερε, «εδώ δεν έχουμε απλά καταστρατήγηση του Συντάγματος, αλλά κάτι πολύ χειρότερο», σημειώνοντας ότι για τον ίδιο δεν υπήρχε διάταξη παρακολούθησης από την ΕΥΠ, γεγονός που επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την υπόθεση. Εξέφρασε τη βεβαιότητά του για την ύπαρξη ενιαίου κέντρου παρακολουθήσεων, είτε μέσω του επίμαχου λογισμικού είτε μέσω της ΕΥΠ.
Ο πρώην υπουργός διευκρίνισε ότι «με τους κατηγορουμένους δεν είχα καμία σχέση» και εκτίμησε ότι οι παρακολουθήσεις είχαν κοινό κέντρο, κατονομάζοντας τον Κυριάκο Μητσοτάκη και όσους εξουσιοδότησε για τη συγκεκριμένη δραστηριότητα.
Επιπλέον, επισήμανε πως εγκρίθηκαν εξαγωγικές άδειες για το λογισμικό Predator από το αρμόδιο υπουργείο, γεγονός που χαρακτήρισε «απαράδεκτο».
Ο κ. Σπίρτζης επέκρινε και την απουσία πολιτικών προσώπων, τα οποία ενώ είχαν «μολυνθεί» τα τηλέφωνά τους, δεν παρευρίσκονται στη δίκη. Τόνισε ότι «είναι ντροπή για το πολιτικό σύστημα να μην είναι ούτε ένας υπουργός σήμερα στην αίθουσα», ενώ αποκάλυψε πως ακόμη και όσοι παρακολουθήθηκαν, στέκονται «αγέρωχοι».
Η δίκη έχει προγραμματιστεί να συνεχιστεί στις 10 Νοεμβρίου.