Δυναμικά επιστρέφουν οι αγοραστές στο Χρηματιστήριο Αθηνών, μετά τη χθεσινή ανάπαυλα και οδηγούν τον Γενικό Δείκτη σε άνοδο σχεδόν κατά 1% και σε νέα πολυετή υψηλά, καθώς οι διεθνείς αγορές φαίνεται προς το παρόν να ξεπερνούν το σοκ από τις ανακοινώσεις δασμών από τον Τραμπ, οι οποίοι θα πρέπει να ενεργοποιηθούν από την 1η Αυγούστου.
Πριν τις 13.00, ο Γενικός Δείκτης είχε αναρριχηθεί στις 1.938 μονάδες, σημειώνοντας άνοδο σχεδόν 1%, με αρκετά υψηλή αξία συναλλαγών, οι οποίες ξεπερνούσαν τα 100 εκατ. ευρώ. Ο Δείκτης βρίσκεται από το πρωί σε ανοδικούς ρυθμούς, με υψηλό ημέρας στις 1.939 μονάδες.
Η διαφαινόμενη απομάκρυνση των μακροοικονομικών κινδύνων διεθνώς, τουλάχιστον προς το παρόν, ευνοεί τις τραπεζικές μετοχές, με τον κλαδικό δείκτη να σημειώνει σήμερα άνοδο 2%.
Η Optima, που από αύριο θα διαπραγματεύεται «σπασμένη» (split με αναλογία τρεις νέες προς μία παλιά μετοχή) κερδίζει περισσότερο από 3%, όπως και η μετοχή της Alpha Bank. Κοντά στο 3% τα κέρδη για την Πειραιώς, ενώ ξεπερνούν το 1% τα κέρδη της Eurobank και της Εθνικής. Πάνω από 1% τα κέρδη της ΕΛΒΑΛΧΑΛΚΟΡ και της Metlen.
Μεγαλύτερη θα ήταν η άνοδος των βασικών δεικτών αν δεν υπήρχαν οι σημερινές απώλειες σχεδόν κατά 2% για τη μετοχή της Coca Cola HBC, οι μεγαλύτερες στον 25άρη. Πτώση που ξεπερνά το 1% σημειώνει, εκτός της ΕΕΕ, η Σαράντης.
Ψυχραιμία στις αγορές
Οι διεθνείς αγορές παρέμειναν στάσιμες ή οριακά υψηλότερες την Τρίτη, καθώς οι επενδυτές απορρόφησαν τη νέα εξέλιξη στην επιβολή δασμών από τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Τραμπ απέστειλε επιστολές σε 14 χώρες τη Δευτέρα, συμπεριλαμβανομένων κορυφαίων ασιατικών εμπορικών εταίρων όπως η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, ανακοινώνοντας σημαντικά υψηλότερους δασμούς στις εισαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ωστόσο, η αντίδραση της αγοράς ήταν γενικά συγκρατημένη, σε σύγκριση με τις έντονες πτώσεις που παρατηρήθηκαν μετά την «Ημέρα Απελευθέρωσης» πριν από τρεις μήνες. Αυτό οφείλεται στις προσδοκίες ότι οι χώρες θα προσπαθήσουν να συνάψουν εμπορικές συμφωνίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες πριν από τη νέα προθεσμία της 1ης Αυγούστου.
Ο ευρωπαϊκός δείκτης STOXX 600 κυμάνθηκε γύρω από το χθεσινό κλείσιμο και το ευρώ ενισχύθηκε κατά 0,4%, καθώς πηγές της ΕΕ, όπως σημειώνει το Reuters, ανέφεραν ότι η Ευρώπη δεν θα λάβει επιστολή για υψηλότερους δασμούς και ότι η ΕΕ θα μπορούσε να επιτύχει εμπορική συμφωνία έως την Τετάρτη.
«Ενώ μια ολοκληρωμένη εμπορική συμφωνία είναι απίθανη πριν από την προθεσμία, υπάρχει συγκρατημένη αισιοδοξία ότι μπορεί να επιτευχθεί μια προκαταρκτική συμφωνία για να αποτραπεί η άμεση επιβολή υψηλότερων δασμών», δήλωσε αναλυτής στο πρακτορείο.
«Μια τέτοια συμφωνία θα αποτελέσει θεμέλιο για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων που αποσκοπούν στην επίλυση των ευρύτερων εμπορικών διαφορών μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, βελτιώνοντας την όρεξη για ρίσκο στις ευρωπαϊκές μετοχές και το ευρώ», πρόσθεσε ο ίδιος.
Ανεβάζει τις προβλέψεις η Goldman Sachs για τον S&P 500
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, τα futures που παρακολουθούν τον δείκτη S&P 500 της Wall Street σταθεροποιήθηκαν μετά από την πίεση στην προηγούμενη συνεδρίαση.
Η Goldman Sachs αύξησε τις προβλέψεις της για την απόδοση του δείκτη αναφοράς, επικαλούμενη τις προσδοκίες για μειώσεις επιτοκίων στις ΗΠΑ και τη συνεχιζόμενη θεμελιώδη δύναμη των μεγάλων μετοχών ως βασικών μοχλών της θετικής προοπτικής.
Ωστόσο, η έλλειψη προόδου στο εμπορικό μέτωπο βαραίνει τις αγορές από τότε που ο Τραμπ περιόρισε όλους τους λεγόμενους αμοιβαίους δασμούς με τους εμπορικούς εταίρους στο 10% για τρεις μήνες τον Απρίλιο, ώστε να επιτρέψει τις διαπραγματεύσεις.
Όμως, έχουν επιτευχθεί μόνο δύο συμφωνίες, με τη Βρετανία και το Βιετνάμ, ενώ τον Ιούνιο, η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο συμφώνησαν σε ένα πλαίσιο που καλύπτει τα ποσοστά δασμών, αποκαθιστώντας μια εύθραυστη ανακωχή στον εμπορικό τους πόλεμο.
Υπάρχουν ανησυχίες ότι το απρόβλεπτο στυλ πολιτικής του Τραμπ θα μπορούσε να αποθαρρύνει τις επιχειρηματικές επενδύσεις, να σταματήσει την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη και να προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις.
Αυτό θα περιπλέξει επίσης το έργο των κεντρικών τραπεζών, όπως η Federal Reserve των ΗΠΑ, που έχουν υιοθετήσει επί του παρόντος μια στάση αναμονής στην νομισματική πολιτική.