Η παραδοσιακά ισχυρή στήριξη των ΗΠΑ προς το Ισραήλ, η οποία αποτέλεσε για δεκαετίες βασικό άξονα της αμερικανικής συντηρητικής ιδεολογίας, αρχίζει να αμφισβητείται εντός του κινήματος MAGA υπό τον Ντόναλντ Τραμπ.
Η συζήτηση, ωστόσο, τίθεται πλέον στο ερώτημα κατά πόσο αυτή η μετατόπιση επηρεάζει και τη στάση του ίδιου του Αμερικανού προέδρου.
Με χαρακτηριστική της δήλωση στην πλατφόρμα X, η θερμή υποστηρίκτρια του Τραμπ, Μάρτζορι Τέιλορ Γκριν, προκάλεσε αίσθηση ως η πρώτη Ρεπουμπλικανή βουλευτής που χρησιμοποίησε τον όρο «γενοκτονία» για τις ισραηλινές ενέργειες στη Λωρίδα της Γάζας, λέγοντας: «Δεν υπάρχει τίποτα πιο αληθινό και εύκολο να ειπωθεί από το ότι η 7η Οκτωβρίου στο Ισραήλ ήταν φρικτή και ότι όλοι οι όμηροι πρέπει να επιστρέψουν, αλλά το ίδιο ισχύει και για τη γενοκτονία, την ανθρωπιστική κρίση και την πείνα που λαμβάνουν χώρα στη Γάζα».
Η βουλευτής από τη Τζόρτζια έχει υπερασπιστεί επανειλημμένα τη στρατηγική «Πρώτα η Αμερική», που προωθεί ο Τραμπ, καταθέτοντας πρόσφατα νομοσχέδιο για περικοπή 500 εκατ. δολαρίων από την αμερικανική χρηματοδότηση του ισραηλινού συστήματος αντιαεροπορικής άμυνας.
Όπως εξήγησε, «Το Ισραήλ είναι μια χώρα που διαθέτει πυρηνικό όπλο, απόλυτα ικανή να υπερασπιστεί τον εαυτό της».
Η διακομματική συναίνεση στην υποστήριξη του Ισραήλ υπήρξε διαχρονικά εδραιωμένη στην αμερικανική πολιτική σκηνή. Ιδιαίτερα η δεξιά πτέρυγα των Ρεπουμπλικάνων, με την επιρροή των ευαγγελικών χριστιανών που βλέπουν το εβραϊκό κράτος ως εκπλήρωση βιβλικών προφητειών, τόνιζε σταθερά τη σημασία της συμμαχίας.
Κατά την πρώτη προεδρική του θητεία, ο Ντόναλντ Τραμπ υπερασπίστηκε τη στρατηγική προσέγγιση ΗΠΑ - Ισραήλ, μεταξύ άλλων, με τη μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ· μια ιστορική απόφαση για την οποία οι Ισραηλινοί επί μακρόν πίεζαν. Παρά τη διατήρηση αυτής της γραμμής και μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, τα πρώτα δείγματα προβληματισμού απέναντι στον Μπενιαμίν Νετανιάχου και τον τρόπο διεξαγωγής του πολέμου στη Γάζα γίνονται πλέον αντιληπτά.
Χαρακτηριστική η πρόσφατη δήλωση του Τραμπ: «Πολλοί άνθρωποι λιμοκτονούν» στον παλαιστινιακό θύλακα.
Όταν ρωτήθηκε αν συμφωνεί με τη θέση Νετανιάχου περί ανυπαρξίας ανθρωπιστικής κρίσης, απάντησε: «Από αυτά που δείχνει η τηλεόραση θα έλεγα όχι, κυρίως διότι αυτά τα παιδιά φαίνεται να πεινούν πολύ».
Ακόμη πιο ξεκάθαρη ήταν η στάση του αντιπροέδρου Τζέι Ντι Βανς σε εκδήλωση στο Οχάιο, όπου αναφέρθηκε σε «σπαρακτικές» εικόνες παιδιών που πεθαίνουν από την πείνα και κάλεσε την ισραηλινή κυβέρνηση να επιτρέψει περισσότερη ανθρωπιστική βοήθεια στη Γάζα.
Η αμφισβήτηση δεν περιορίζεται μόνο στους Ρεπουμπλικανούς πολιτικούς.
Σημαντικές προσωπικότητες του συντηρητικού χώρου όπως ο πρώην παρουσιαστής του Fox News, Τάκερ Κάρλσον, έχουν ανοιχτά επικρίνει τα ισραηλινά πλήγματα στο Ιράν και ζητούν την αποστασιοποίηση των ΗΠΑ από τέτοιου είδους εμπλοκές.
Επιπλέον, think tanks όπως το Heritage Foundation προτείνουν πλέον «επαναπροσανατολισμό» της σχέσης με το Ισραήλ προς μια «ισότιμη στρατηγική σχέση».
Παρά τις εξελίξεις, δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η στήριξη προς το Ισραήλ διατηρείται ισχυρή στη βάση των Ρεπουμπλικάνων, με 71% να εγκρίνει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα σύμφωνα με τελευταία έρευνα της Gallup, έναντι μόλις 8% στους Δημοκρατικούς.
Ωστόσο, τα στοιχεία του Pew Research Center αποκαλύπτουν ένα έντονο γενεαλογικό χάσμα: το 50% των Ρεπουμπλικάνων ηλικίας 18-49 ετών εμφανίζεται αρνητικό απέναντι στο Ισραήλ, ποσοστό που πέφτει στο 23% για τους άνω των 50.
Ακόμη, όπως δήλωσε ο ιδεολογικός σύμβουλος του Τραμπ και ηγετική μορφή της ακροδεξιάς, Στιβ Μπάνον, «φαίνεται ότι στη βάση του MAGA μεταξύ των ατόμων κάτω των 30 ετών το Ισραήλ δεν χαίρει σχεδόν καμίας υποστήριξης», συμπληρώνοντας πως το Ισραήλ «δεν είναι σύμμαχος των ΗΠΑ».
Μένει να διαφανεί αν οι παραπάνω εξελίξεις και οι μετατοπίσεις στη ρητορική και τη βάση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος θα οδηγήσουν σε πραγματική αλλαγή στάσης της αμερικανικής προεδρίας το επόμενο διάστημα.