Αθώος κρίθηκε από δικαστήριο του Μπέλφαστ Βρετανός στρατιώτης για την κατηγορία της δολοφονίας, στη μοναδική δίκη που έχει γίνει μέχρι σήμερα σε βάρος μέλους των βρετανικών ενόπλων δυνάμεων για τον θάνατο 13 άοπλων Καθολικών διαδηλωτών στη «Ματωμένη Κυριακή» της Βόρειας Ιρλανδίας το 1972.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της βρετανικής κυβέρνησης, το 2010 εκφράστηκε συγγνώμη για τους «αδικαιολόγητους και αναίτιους» θανάτους, όταν μέλη του Τάγματος Αλεξιπτωτιστών άνοιξαν πυρ στην πόλη Λοντοντέρι. Παρά τις προσπάθειες να ασκηθούν διώξεις στους στρατιώτες, όλες απέτυχαν, γεγονός που εντείνει την απογοήτευση των συγγενών των θυμάτων για την απόδοση δικαιοσύνης.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο κατηγορούμενος, γνωστός ως «Στρατιώτης Φ», παρέμεινε ανώνυμος και προστατευμένος εντός της αίθουσας. Αθωώθηκε για τον φόνο δύο ανδρών και την απόπειρα ανθρωποκτονίας άλλων πέντε, λόγω έλλειψης επαρκών αποδεικτικών στοιχείων.
Ο δικαστής Πάτρικ Λιντς δήλωσε πως, παρά τις υποψίες για τον ρόλο του κατηγορουμένου, το δικαστήριο δεσμεύεται από τις αποδείξεις που παρουσιάστηκαν, οι οποίες δεν κρίθηκαν πειστικές και αξιόπιστες.
Ο Μίκι ΜακΚίνι, αδελφός ενός εκ των θυμάτων, απέδωσε ευθύνες στο βρετανικό κράτος για την αποτυχία δίωξης των στρατιωτών.
Ιστορικό της «Ματωμένης Κυριακής»
Η Ματωμένη Κυριακή αποτελεί σημείο καμπής στην ιστορία των Ταραχών της Βόρειας Ιρλανδίας, με 13 άοπλους Καθολικούς να σκοτώνονται από πυρά στρατιωτών στη συνοικία Μπογκσαϊντ του Λοντοντέρι, στις 30 Ιανουαρίου 1972. Ένας ακόμη τραυματίας υπέκυψε αργότερα, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των θυμάτων.
Το περιστατικό όξυνε την καχυποψία των Καθολικών απέναντι στις αρχές και συνέβαλε στην ένταση της βίας, οδηγώντας πολλούς στην ένταξη στον Ιρλανδικό Δημοκρατικό Στρατό (IRA). Η αιματοχυσία, που κόστισε τη ζωή σε 3.500 ανθρώπους, έλαβε τέλος με τη συμφωνία ειρήνης του 1998.
Ο «Στρατιώτης Φ» δεν κατέθεσε στη δίκη, η οποία διήρκεσε έναν μήνα και πραγματοποιήθηκε χωρίς ενόρκους. Η υπεράσπιση υποστήριξε ότι οι στρατιωτικές ανακοινώσεις της εποχής ήταν αναξιόπιστες και δεν υπήρχαν ανεξάρτητα αποδεικτικά στοιχεία που να στηρίζουν τις κατηγορίες.
Τα βασικά αποδεικτικά στοιχεία προήλθαν από παλιές καταθέσεις δύο άλλων αλεξιπτωτιστών, όμως οι δηλώσεις τους κρίθηκαν αλληλοαντικρουόμενες και ανεπαρκείς.
Σε δήλωσή του το 2016, ο «Στρατιώτης Φ» ανέφερε ότι δεν θυμάται με ακρίβεια τα γεγονότα και δεν μπορεί να απαντήσει στις ερωτήσεις των αστυνομικών.
Η βρετανική κυβέρνηση ζήτησε συγγνώμη για τους φόνους μετά από δικαστική έρευνα που εξακρίβωσε ότι τα θύματα ήταν αθώοι και δεν αποτελούσαν απειλή. Η έρευνα διατάχθηκε το 1998 από τον τότε πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ, καθώς η αρχική έρευνα του 1972 είχε απαλλάξει τους στρατιώτες από κάθε ευθύνη.
Σε σημερινή της ανακοίνωση, η βρετανική κυβέρνηση τόνισε τη δέσμευσή της να αντιμετωπίσει το παρελθόν και να στηρίξει όσους υπηρέτησαν σε δύσκολες περιόδους.
Η πρωθυπουργός της Βόρειας Ιρλανδίας, Μισέλ Ο’Νιλ, χαρακτήρισε «βαθύτατα απογοητευτική» τη συνεχιζόμενη άρνηση της δικαιοσύνης για τις οικογένειες των θυμάτων.
Ο βρετανικός στρατός υποστήριζε ότι οι στρατιώτες απάντησαν σε πυρά «τρομοκρατών» του IRA, μια εκδοχή που στηρίχθηκε από την αρχική έρευνα, παρά τις πολυάριθμες μαρτυρίες που την διέψευδαν. Μόλις το 2010 η κυβέρνηση παραδέχθηκε ότι τα θύματα ήταν αθώοι, με ορισμένους να έχουν πυροβοληθεί στην πλάτη ή ενώ κρατούσαν λευκά μαντίλια.
Μετά τη συμφωνία του 1998, μόνο ένας Βρετανός πρώην στρατιώτης έχει καταδικαστεί για ανθρωποκτονία: το 2023, στον Ντέιβιντ Χόλντεν επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης με αναστολή για τον θάνατο άνδρα σε φυλάκιο το 1988, τον οποίο πυροβόλησε κατά λάθος, όπως ισχυρίστηκε.