Οι ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες καλούνται να επαναπροσδιορίσουν τις στρατηγικές τους στον τομέα των πωλήσεων, καθώς εντείνονται οι πιέσεις για επανεξέταση των στόχων που αφορούν το κλίμα και τη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση.
Παράλληλα, η προγραμματισμένη απαγόρευση των πωλήσεων οχημάτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης μετά το 2035 παραμένει στο προσκήνιο, με τις τελικές αποφάσεις να αναμένονται σύντομα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση επηρεάζεται από μια σειρά προκλήσεων, όπως η πανδημία, η αύξηση του κόστους ενέργειας και οι νέοι δασμοί των ΗΠΑ, γεγονός που έχει επιβραδύνει την ανάπτυξή της. Αντίθετα, οι κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες ενισχύουν συνεχώς τη θέση τους στην αγορά.
Παρά τις επενδύσεις της ΕΕ σε παραγωγή μπαταριών, δίκτυα φόρτισης και άλλα υποστηρικτικά μέτρα, οι ευρωπαϊκές εταιρείες εξακολουθούν να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την Κίνα.
Στελέχη του κλάδου προειδοποιούν ότι η απαγόρευση των νέων βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων από το 2035 συνεπάγεται σημαντικό οικονομικό βάρος για τις κατασκευαστικές εταιρείες.
Για τον λόγο αυτό ζητούν από την ΕΕ να επανεξετάσει και να χαλαρώσει τους στόχους για το κλίμα, ώστε να δοθεί περισσότερος χρόνος στη μετάβαση και να αποφευχθούν κυρώσεις για τη μη επίτευξη των στόχων εκπομπών.
Ωστόσο, η πιθανή αποδυνάμωση των στόχων ενδέχεται να επιβραδύνει την παραγωγή και την κυκλοφορία προσιτών ηλεκτρικών οχημάτων, δυσχεραίνοντας τη μετάβαση της Ευρώπης στην ηλεκτροκίνηση.
Η παρουσία της Κίνας στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικών οχημάτων αυξάνεται σταθερά, με τα κινεζικής κατασκευής BEV να αντιστοιχούν πλέον περίπου στο 9% της αγοράς. Αρκετές κινεζικές μάρκες διευρύνουν ραγδαία την παρουσία τους, καθώς ο αριθμός των ταξινομήσεων αυξάνεται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Παράλληλα, οι ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες αντιμετωπίζουν προκλήσεις στην Ασία, όπου οι καταναλωτές στρέφονται ολοένα και περισσότερο σε κινεζικά μοντέλα λόγω χαμηλότερων τιμών και ανταγωνιστικών χαρακτηριστικών.
Το μερίδιο αγοράς των ευρωπαϊκών εταιρειών στην Κίνα έχει υποχωρήσει από 24% το 2020 σε μόλις 15% το 2024, οδηγώντας τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σε αναζήτηση νέων στρατηγικών για να αντιμετωπίσουν τον αυξανόμενο ανταγωνισμό από την Κίνα.