Την ασφάλεια των μετρητών και των τραπεζικών καταθέσεων επιλέγουν τα ελληνικά νοικοκυριά για το μεγαλύτερο μέρος των τοποθετήσεων τους εκτός των ακινήτων, καθώς οι κεφαλαιαγορές στην Ελλάδα παραμένουν ανεπαρκώς ανεπτυγμένες, όπως διαπιστώνει η Κομισιόν.
Στις κείμενο συστάσεων που διαβίβασε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, προκειμένου αυτό με τη σειρά να διατυπώσει συστάσεις πολιτικής προς την ελληνική κυβέρνηση, τονίζεται ότι η ανεπαρκή ανάπτυξη των κεφαλαιαγορών επηρεάζει αρνητικά τη συμμετοχή των επενδυτών λιανικής.
Οι Έλληνες, ενδεχομένως επηρεασμένοι και από την ανασφάλεια των χρόνων μετά το ξέσπασμα της μεγάλης οικονομικής κρίσης, επιλέγουν δυσανάλογα να κρατούν τα χρήματά τους είτε σε απόλυτα ρευστή μορφή (μετρητά) ή σε τραπεζικές καταθέσεις.
Όπως σημειώνει η Κομισιόν,
- Τα ελληνικά νοικοκυριά κατέχουν λιγότερα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ, τόσο σε απόλυτους όσο και σε σχετικούς όρους.
- Στα τέλη του 2023, ένα μέσο ελληνικό νοικοκυριό κατείχε χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία ύψους 31.000 EUR, έναντι μέσου όρου 80.000 EUR στην ΕΕ. Το σύνολο των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που κατέχουν τα νοικοκυριά αντιστοιχούσε στο 143% του ΑΕΠ, έναντι μέσου όρου 210% στην ΕΕ.
- Ένα σημαντικά υψηλότερο ποσοστό των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων των ελληνικών νοικοκυριών βρίσκεται σε μετρητά και καταθέσεις (55%) σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ (32%). Αυτό αντικατοπτρίζει μια συντηρητική προσέγγιση στη διαχείριση του πλούτου, με έντονη προτίμηση σε ρευστοποιήσιμα και ασφαλέστερα περιουσιακά στοιχεία.
Άλλωστε, τα ελληνικά νοικοκυριά είχαν αρνητικά ποσοστά αποταμίευσης την τελευταία δεκαετία, ως άμεση συνέπεια της κρίσης του δημόσιου χρέους και της επακόλουθης μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος, όπως υπογραμμίζει η Κομισιόν.
Χαμηλό ενδιαφέρον για σύγχρονα χρηματοπιστωτικά προϊόντα
Παρόλο που διατίθενται πιο προηγμένα χρηματοπιστωτικά προϊόντα στην ελληνική αγορά για ιδιώτες επενδυτές, μικρό μόνο μέρος του πληθυσμού εκδηλώνει ενδιαφέρον, εν μέρει λόγω των σοβαρών επιπτώσεων της ελληνικής κρίσης στους ιδιώτες επενδυτές. Η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πελατών αποτελεί πρόκληση, και το γενικό ενδιαφέρον για τις λιανικές επενδύσεις παραμένει χαμηλό.
Το μικρό μέγεθος των θεσμικών επενδυτών στην Ελλάδα αποτελεί περιοριστικό παράγοντα για τη στήριξή τους στη χρηματοδότηση της οικονομίας. Στα τέλη του 2023, οι θεσμικοί επενδυτές αντιπροσώπευαν ελαφρώς πάνω από το 10% του χρηματοπιστωτικού τομέα όσον αφορά το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων.
Οι τοπικές αγορές ιδιωτικών κεφαλαίων και επιχειρηματικών κεφαλαίων δεν είναι ανεπτυγμένες στην Ελλάδα. Η συνδυασμένη αξία των ετήσιων επενδύσεων ιδιωτικών κεφαλαίων και επιχειρηματικών κεφαλαίων σε σχέση με το ονομαστικό ΑΕΠ στην Ελλάδα ήταν πολύ χαμηλότερη από τους αντίστοιχους μέσους όρους της ΕΕ το 2023.
Αυτή η ανεπαρκώς ανεπτυγμένη αγορά καταδεικνύει ένα χρηματοδοτικό κενό για τις καινοτόμες επιχειρήσεις που βρίσκονται σε αρχικό στάδιο λειτουργίας.
Τα επίπεδα του χρηματοοικονομικού εγγραμματισμού στην Ελλάδα είναι χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ, αν και η κυβέρνηση έχει καταρτίσει σχέδια για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος.
Μέτρα για την κεφαλαιαγορά
Η Κομισιόν σημειώνει ότι τον Φεβρουάριο του 2023, οι αρχές ενέκριναν μια εθνική στρατηγική για την ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς. Στόχοι της είναι η αποκατάσταση του καθεστώτος της Ελλάδας ως ανεπτυγμένης αγοράς, η δημιουργία πιο ανταγωνιστικών και δυναμικών κεφαλαιαγορών και η στήριξη της ανάπτυξης της εγχώριας οικονομίας.
Η στρατηγική βασίζεται σε έξι πυλώνες, συμπεριλαμβανομένων της ενίσχυσης του ρυθμιστικού πλαισίου, της επέκτασης των επενδυτικών ευκαιριών, της θέσπισης δίκαιου και διαφανούς φορολογικού πλαισίου, της βελτίωσης του πλαισίου λειτουργίας των κεφαλαιαγορών, της ενθάρρυνσης της ζήτησης για επενδύσεις και της επιτάχυνσης του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού.
Ο νόμος 5193/2025 θεσπίζει κίνητρα, συμπεριλαμβανομένης της διευκόλυνσης της εισαγωγής των ΜΜΕ στο χρηματιστήριο, και ενισχύει τους ρόλους των εποπτικών αρχών.
Επιπλέον, έχουν εγκριθεί εθνικές στρατηγικές και υλοποιούνται νέες πρωτοβουλίες για την ενίσχυση του χρηματοοικονομικού εγγραμματισμού, απευθυνόμενες τόσο σε ανηλίκους όσο και σε ενήλικες.