Μετά από μια σειρά οκτώ διαδοχικών μειώσεων, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) εκτιμάται ότι θα διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια στη συνεδρίαση της ερχόμενης Πέμπτης. Το ερώτημα που κυριαρχεί στη χρηματοοικονομική κοινότητα είναι εάν η φάση χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής έχει ολοκληρωθεί ή αν υπάρχουν ακόμη περιθώρια για περαιτέρω μείωση έως το τέλος του έτους.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, είχε ήδη σηματοδοτήσει αυτή την αλλαγή πορείας στη συνεδρίαση του Ιουνίου, υπογραμμίζοντας πως η τράπεζα πλέον βρίσκεται σε καλή θέση για να διαχειριστεί τις όποιες οικονομικές αβεβαιότητες, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι επόμενες κινήσεις θα είναι εξαιρετικά προσεκτικές.
Οι δασμοί και ο αντίκτυπος στις αποφάσεις της ΕΚΤ
Κομβικό σημείο για την ευρωζώνη παραμένει η έκβαση του ζητήματος των δασμών. Η απειλή του Αμερικανού Προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, ότι θα αυξήσει τους δασμούς στα ευρωπαϊκά προϊόντα στο 30% από την 1η Αυγούστου, εάν δεν επιτευχθεί εμπορική συμφωνία, διατηρεί το επενδυτικό κλίμα σε υψηλά επίπεδα αβεβαιότητας. Μέχρι στιγμής, εκτιμάται πως αυτή η εξέλιξη δεν επηρεάζει ουσιαστικά τη στρατηγική της ΕΚΤ, με το επιτόκιο καταθέσεων να παραμένει στο 2%.
Ο πρόεδρος της Bundesbank, Γιόαχιμ Νάγκελ, τόνισε την προηγούμενη εβδομάδα ότι «αυτό που χρειάζεται τώρα είναι μία σταθερή πολιτική», ενώ επισήμανε ότι ο αντίκτυπος του εμπορικού πολέμου και των γεωπολιτικών εξελίξεων στη σταθερότητα των τιμών παραμένει «εξαιρετικά αβέβαιος» για τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης.
Σταθεροποίηση πληθωρισμού και προοπτικές ανάπτυξης
Ο ετήσιος πληθωρισμός στην Ευρωζώνη έχει υποχωρήσει στον στόχο του 2%. Η σημαντική άνοδος του κόστους χρήματος –με την ΕΚΤ να αυξάνει τα επιτόκια κατά 4,25 ποσοστιαίες μονάδες την περίοδο 2022-2023 και να τα διατηρεί σταθερά μέχρι τα μέσα του 2024– σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση, οδήγησαν σε υποτονικούς ρυθμούς ανάπτυξης και στη συγκράτηση της ζήτησης.
Αυτή η κάμψη της ζήτησης, μαζί με την ενίσχυση του ευρώ κατά 12% έναντι του δολαρίου λόγω της απομάκρυνσης κεφαλαίων από τις ΗΠΑ μετά την όξυνση του εμπορικού πολέμου, είχε τελικά ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση του πληθωρισμού. Επιπλέον, η πτώση των τιμών του πετρελαίου συνέβαλε στην αποκλιμάκωση των πιέσεων στους δείκτες τιμών.
Οι προβλέψεις της ΕΚΤ (Ιούνιος 2024) εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός θα διατηρηθεί σε επίπεδα κοντά στον στόχο του 2% μέχρι και το 2027. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο των υπηρεσιών της, ο πληθωρισμός αναμένεται να διαμορφωθεί στο 1,6% φέτος και να φτάσει στο 2% το 2027, υπό την προϋπόθεση διατήρησης των αμερικανικών δασμών στο 10%. Αν όμως αυτοί αυξηθούν στο 20%, το δυσμενές σενάριο κάνει λόγο για ακόμη χαμηλότερο πληθωρισμό – στο 1,5% το 2025 και στο 1,8% το 2026.
Διαπραγματευτικές κινήσεις και σενάρια εξελίξεων στα επιτόκια
Η απειλή Τραμπ για δασμούς 30% αντιμετωπίζεται κυρίως ως «διαπραγματευτική τακτική» παρά ως ρεαλιστική προοπτική. Παρόλο που κάποιοι εκτιμούν ότι η απειλή θα μπορούσε να υλοποιηθεί, θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο η Ευρωπαϊκή Ένωση να αποδεχθεί ένα τόσο υψηλό επίπεδο δασμών σε μία εμπορική συμφωνία. Το πιθανότερο σενάριο δείχνει είτε συμφωνία με χαμηλότερους δασμούς είτε αδυναμία επίτευξης συμφωνίας, οπότε η ΕΕ ενδέχεται να απαντήσει επιβάλλοντας δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα, για το οποίο έχει ήδη προετοιμαστεί θεσμικά.
Σε περίπτωση επίτευξης εμπορικής συμφωνίας, οι πιθανότητες για νέα μείωση των επιτοκίων στο προσεχές διάστημα εμφανίζονται μοιρασμένες∙ μια τέτοια απόφαση θα εξαρτηθεί ευθέως από το πόσο θα υποχωρήσει ο πληθωρισμός κάτω από τον στόχο του 2%. Αντίθετα, στην περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, η πιθανότητα για νέα μείωση επιτοκίων ενισχύεται, με στόχο την αποτροπή επαναφοράς της ύφεσης στην ευρωπαϊκή οικονομία.