Οι καταναλωτές στις Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν φέτος ένα ιδιαίτερα ακριβό... μπέργκερ, καθώς οι τιμές του βόειου κρέατος έχουν εκτοξευτεί σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, με τη μέση τιμή για 100% κιμά να ξεπερνά τα 6 δολάρια ανά λίβρα, το υψηλότερο επίπεδο από τη δεκαετία του 1980, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας.
Ο καθηγητής Οικονομικών του Τέξας A&M, Ντέιβιντ Άντερσον, εξηγεί: «Δεν είναι ρεαλιστικό να περιμένουμε τις τιμές που υπήρχαν πριν 5-6 χρόνια», ενώ προσθέτει ότι το κόστος θα παραμείνει υψηλό για χρόνια ακόμη, κυρίως λόγω της καθυστέρησης στην ανασύσταση των κοπαδιών.
Οι λόγοι της αύξησης των τιμών είναι πολυπαραγοντικοί. Η ξηρασία των τελευταίων ετών στις ΗΠΑ ανέβασε το κόστος των ζωοτροφών, αναγκάζοντας τους παραγωγούς να μειώσουν τα κοπάδια τους. Σήμερα, ο αριθμός των αγελάδων κρέατος στις ΗΠΑ βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1951.
Το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ ανέφερε επίσης πως η απαγόρευση εισαγωγών ζωντανών βοοειδών από το Μεξικό λόγω της εξάπλωσης του παρασίτου New World Screwworm εντείνει το πρόβλημα προσφοράς. Ταυτόχρονα, αυξημένοι δασμοί, όπως ο νέος 50% δασμός στις εισαγωγές από τη Βραζιλία, προσθέτουν επιπλέον πίεση στην αγορά.
Ο οικονομολόγος Μάικλ Σουάνσον της Wells Fargo επισημαίνει: «Η αγορά του βοείου κρέατος είναι το “Far West” των πρωτεϊνών. Σε αντίθεση με τα αυγά, που ελέγχονται στενά, η παραγωγή βοείου εξαρτάται από χαοτικές μεταβλητές».
Παρά την ακρίβεια, η ζήτηση παραμένει εντυπωσιακά ισχυρή. Σύμφωνα με την USDA, η κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί ελαφρώς σε σχέση με το 2024. Η Αμερική καλύπτει τη διαφορά μέσω εισαγωγών, κυρίως από χώρες όπως η Αυστραλία, η Αργεντινή και η Βραζιλία. «Είμαστε πλέον καθαρά εισαγωγική χώρα στο βόειο κρέας», σημειώνει η Κόρτνεϊ Κόουλι, οικονομολόγος της Fed Kansas City, ενώ επισήμανε ότι: «Το εμπόριο είναι δαπανηρό, ειδικά με την αύξηση των δασμών και το αβέβαιο διεθνές περιβάλλον».
Τον Ιούνιο, ο δείκτης τιμών καταναλωτή έδειξε αύξηση 12,4% στις τιμές μπριζόλας και 10,3% στον κιμά σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Ο κιμάς ξεπέρασε τα 9 δολάρια ανά λίβρα κατά μέσο όρο.
Ο Μπερντ Νέλσον, οικονομολόγος της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Αγροτών, προειδοποιεί: «Παρά τις ιστορικά υψηλές τιμές, τα περιθώρια κέρδους για τους κτηνοτρόφους είναι οριακά, λόγω του κόστους ζωοτροφών, ενέργειας και λειτουργίας».
Ο Άντριου Σνίπερ, συνιδιοκτήτης αλυσίδας εστιατορίων στη Νέα Υόρκη, προσθέτει: «Το μπέργκερ πρέπει να είναι προσιτό. Αν οι τιμές συνεχίσουν έτσι, θα αναγκαστούμε να αυξήσουμε τις τιμές. Και δεν το θέλουμε».
Οι προβλέψεις δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Ο Ντέρρελ Πιλ, καθηγητής του Oklahoma State University, εξηγεί: «Είμαστε σε κατάσταση με περιορισμένη προσφορά και αυξημένες τιμές. Αυτό θα διαρκέσει τουλάχιστον για 2-3 χρόνια ακόμα, πιθανώς και μέχρι το τέλος της δεκαετίας».
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η αναπαραγωγή κοπαδιών απαιτεί χρόνο, κεφάλαιο και κατάλληλες καιρικές συνθήκες. Η ανασυγκρότηση των αγελαδοτροφείων είναι μια αργή, δαπανηρή διαδικασία που δεν μπορεί να επιταχυνθεί.
Υψηλές οι τιμές και στην Ελλάδα
Η αγορά του κρέατος γενικότερα και του μοσχαριού ειδικότερα, δέχεται ισχυρούς κραδασμούς, καθώς οι τιμές συνεχίζουν να σκαρφαλώνουν, αποτυπώνοντας την πίεση ενός πληθωριστικού περιβάλλοντος που δεν λέει να κοπάσει. Σύμφωνα με τον Γενικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ), η τιμή του μοσχαρίσιου κρέατος κατέγραψε αύξηση 1,3% τον Ιούνιο σε σχέση με τον Μάιο, επηρεάζοντας τον γενικό δείκτη κατά 0,02 μονάδες.
Πρόκειται για μια ακόμη απόδειξη ότι οι αυξήσεις στα τρόφιμα και ειδικά στο κρέας είναι οριζόντιες, επηρεάζοντας τόσο τα σούπερ μάρκετ όσο και τα τοπικά κρεοπωλεία, τα οποία ακολουθούν τις μεγάλες αλυσίδες για να επιβιώσουν.
Οι τιμές στο κρέας κινούνται σταθερά ανοδικά τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας μιας αλληλουχίας κρίσεων: πανδημία, ενεργειακή κρίση, πόλεμος στην Ουκρανία, αλλά και οι πλημμύρες στην Ελλάδα έχουν προκαλέσει σοβαρές διαταραχές στην αλυσίδα παραγωγής και διάθεσης.
Οι επιπτώσεις φαίνονται πλέον σε όλα τα επίπεδα: από το νωπό μοσχαρίσιο, το κοτόπουλο και το χοιρινό, έως τα παρασκευάσματα και τα κατεψυγμένα. Οι καταναλωτές διαπιστώνουν διαρκείς αυξήσεις, χωρίς να διαφαίνεται «ταβάνι» στην πορεία της ακρίβειας.
Οι ενδεικτικές τιμές της αγοράς για το ελληνικό μοσχαράκι 12 μηνών είναι γύρω στα 16 ευρώ/κιλό και για το ελληνικό χοιρινό γύρω στα 9.50 ευρώ.
Η εικόνα της αγοράς σκιαγραφεί ένα ιδιαίτερα εύθραυστο σκηνικό, όπου τα νοικοκυριά καλούνται να καλύψουν βασικές διατροφικές ανάγκες με διαρκώς αυξανόμενο κόστος, ενώ οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες παλεύουν να ισορροπήσουν μεταξύ επιβίωσης και καταναλωτικής πίεσης.
Άνοδος καταγράφηκε και σύμφωνα με τον δείκτη τιμών στα τρόφιμα σύμφωνα με τον ΟΗΕ
Σημαντική άνοδος καταγράφηκε στις διεθνείς τιμές τροφίμων τον Ιούνιο, με αιχμή τις ανατιμήσεις στο κρέας, σύμφωνα με τον νεότερο Δείκτη Τιμών Τροφίμων του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO).
Ο δείκτης τιμών κρέατος ανήλθε σε ιστορικό υψηλό των 126,0 μονάδων, καταγράφοντας αύξηση 6,7% σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2024. Οι ανατιμήσεις καταγράφηκαν σε όλες τις κατηγορίες κρέατος, με εξαίρεση τα πουλερικά, των οποίων οι τιμές συνέχισαν να υποχωρούν.
Ιδιαίτερη άνοδο παρουσίασε το βόειο κρέας, καθώς η παγκόσμια αγορά επηρεάστηκε από τη μειωμένη προσφορά της Βραζιλίας και τη διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αντίθετα, οι τιμές των πουλερικών επηρεάστηκαν καθοδικά από τις αυξημένες εξαγωγές της Βραζιλίας, οι οποίες δημιούργησαν επάρκεια στην αγορά.
Ο Γενικός Δείκτης του FAO, που παρακολουθεί τις μηνιαίες μεταβολές τιμών σε ένα καλάθι βασικών διατροφικών αγαθών διεθνώς, διαμορφώθηκε τον Ιούνιο στις 128,0 μονάδες, σημειώνοντας αύξηση 0,5% σε σχέση με τον Μάιο. Πρόκειται για μια αξιοσημείωτη άνοδο, που τοποθετεί τον δείκτη 5,8% υψηλότερα σε σχέση με έναν χρόνο πριν.
Ωστόσο, ο δείκτης παραμένει κατά 20,1% χαμηλότερος από το ιστορικό υψηλό του Μαρτίου 2022, το οποίο είχε καταγραφεί εν μέσω της πρώτης φάσης του πολέμου στην Ουκρανία και της ενεργειακής κρίσης.