Μπαράζ προστίμων άνω των 6 εκατ. ευρώ επέβαλε τους τελευταίες μήνες η ΑΑΔΕ σε τρεις λογιστές οι οποίοι κρίθηκαν συνυπεύθυνοι για μεγάλη φοροδιαφυγή που διέπραξαν οι πελάτες τους.
Στους εν λόγω λογιστές επιβλήθηκαν τα ίδια πρόστιμα που καταλογίστηκαν και στις εταιρείες που είχαν αναλάβει τις διεκπεραίωση των φορολογικών τους υποχρεώσεων τους, καθώς η οι ελεγκτές της εφορίας έκριναν, πως, διευκόλυναν την απόκρυψη εισοδήματος.
Οι λογιστές υπέβαλαν ενδικοφανείς προσφυγές στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) η οποία τις απέρριψε, καθώς η νομοθεσία είναι σαφής, ενώ υπάρχει και σχετική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που δικαιολογούν τις εν λόγω κυρώσεις.
Οι τρεις μεγαλύτερες υποθέσεις αφορούν λογιστές με δραστηριότητα σε Βέροια, Κοζάνη και Σύρο, με πιο σοβαρή εκείνη της Βέροιας, καθώς ο λογιστής χαρακτηρίστηκε «μέλος εγκληματικής οργάνωσης» από την Ασφάλεια Θεσσαλονίκης.
Τα πρόστιμα των 6 δισ. ευρώ
Όπως προκύπτουν από τις σχετικές αποφάσεις της ΔΕΔ, το σύνολο των προστίμων που επιβλήθηκε στους τρεις λογιστές ανήλθε στο ποσό των 6.001.190,85 ευρώ. Αναλυτικότερα:
- Σε λογιστή της Κοζάνης καταλογίστηκαν πρόστιμα δύο πρόστιμα ύψους 1.697.242,51 ευρώ (εισόδημα) και 1.080.121,50 (ΦΠΑ), συνολικά 2.777.364,01 ευρώ.
- Σε λογιστή της Βέροιας καταλογίστηκαν 4 πρόστιμα ύψους 1.484.880,34, ευρώ, 178.839,07 ευρώ,. 1.004.576,03 ευρώ και 104.337,16 ευρώ, συνολικά 2.772.632,60 ευρώ.
- Σε λογιστή της Σύρου επιβλήθηκαν 5 πρόστιμα συνολικού ύψους 451.184,24 ευρώ με το υψηλότερο να είναι 245.816,30 ευρώ.
Απορρίφθηκαν οι προσφυγές τους
Και οι τρείς λογιστές υπέβαλαν ενδικοφανείς προσφυγές στη ΔΕΔ, η οποία τις απέρριψε και επικύρωσε τα πρόστιμα, επικαλούμενη την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία, αλλά και την πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς «ο εν γνώσει υπογράφων ανακριβή φορολογική δήλωση ως πληρεξούσιος, καθώς και όποιος με οποιονδήποτε άλλο τρόπο εν γνώσει συμπράττει ή προσφέρει άμεση συνδρομή στην τέλεση των παραπάνω εγκλημάτων τιμωρείται ως άμεσος συνεργός».
Η ΔΕΔ υπενθυμίζει στην ετυμηγορία της τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, οι οποίες συνοπτικά αναφέρουν ότι:
- Κάθε πρόσωπο που παρεμποδίζει ή αποπειράται να παρεμποδίσει τις ενέργειες και την εκτέλεση καθηκόντων της Φορολογικής Διοίκησης κατά την άσκηση των εξουσιών της σύμφωνα με τον Κώδικα ή υποθάλπει ή υποκινεί άλλο πρόσωπο ή συνεργεί με άλλο πρόσωπο για τη διάπραξη παράβασης του Κώδικα, υπόκειται στα ίδια πρόστιμα που υπόκειται ο φορολογούμενος.
- Ως συνέργεια νοείται η οποιαδήποτε παροχή συνδρομής τρίτου προσώπου προς τον φορολογούμενο, είτε πριν είτε κατά τη διάρκεια τέλεσης παράβασης του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ) αλλά όχι μετά την τέλεση αυτής.
- Για τη θεμελίωση της συνέργειας στο πρόσωπο τρίτου απαιτείται η διάπραξη παράβασης εκ μέρους του ελεγχόμενου προσώπου. Εν προκειμένω, η συνέργεια είναι δυνατόν να αποδίδεται τόσο σε φυσικά όσο και σε νομικά πρόσωπα.
- Θεσπίζεται ειδικό πρόστιμο για τον συνεργό σε ύψος ίσο με το πρόστιμο στο οποίο υπόκειται ο φορολογούμενος που διέπραξε την παράβαση. Ως εκ τούτου, σε βάρος του τρίτου προσώπου/συνεργού επιβάλλεται πρόστιμο σε ύψος ίσο με το επιβληθέν στον παραβάτη πρόστιμο που προβλέπεται στον ΚΦΔ και κατά το μέρος που αποδεδειγμένα προκύπτει η συνέργεια για την τέλεση της παράβασης.
- Ως πρόστιμα που επιβάλλονται κατά τα ως άνω προαναφερόμενα νοούνται όλα τα πρόστιμα που προβλέπονται από τις διατάξεις του ΚΦΔ (άρθρα 54 έως 59 ΚΦΔ).
- Προϋπόθεση για την επιβολή κυρώσεων σε συνεργούς φοροδιαφυγής είναι η έκδοση πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού φόρου σε βάρος των εμπλεκομένων επιχειρήσεων.
Υπενθυμίζεται, ότι, στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και η απόφαση 282/2025 του ΣτΕ, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή άλλου λογιστή, στο οποίος είχαν επιβληθεί κυρώσεις για συνέργειας σε φοροδιαφυγή.
Η εγκληματική οργάνωση
Στην υπόθεση της Βέροιας, ο λογιστής χαρακτηρίστηκε συνεργός σε «εγκληματική οργάνωση, καθώς, σύμφωνα με τη συνταχθείσα δικογραφία της Διεύθυνσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, η επιχείρηση που διέπραξε τις παραβάσεις «αποτελεί μέλος ενός κυκλώματος οντοτήτων που χαρακτηρίστηκε ως εγκληματική οργάνωση».
Ειδικότερα από τον έλεγχο που διενήργησαν ελεγκτές της Υπηρεσίας Ελέγχου και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (ΥΕΔΔΕ), διαπίστωσαν ότι ήταν μία επιχείρηση που είχε κάνει έναρξη και διαφαινόταν ότι λειτουργούσε με νομιμοφάνεια, στην πραγματικότητα όμως ήταν μία οντότητα χωρίς καμία υπόσταση και είχε συσταθεί για να εξυπηρετήσει μη νόμιμους σκοπούς.
Συγκεκριμένα ήταν μια εταιρεία που μεσολαβούσε προκειμένου να διοχετεύονται στην αγορά και να διακινούνται εμπορεύματα για λογαριασμών άλλων οντοτήτων, όπως επίσης και να διακινούνται μέσω των τραπεζικών της λογαριασμών χρηματικά ποσά που δεν ανήκαν στην ίδια και δεν αφορούσαν επί της ουσίας δικές της συναλλαγές, αλλά μέσω αυτών των ενεργειών της προσπαθούσε να προσδώσει αληθοφάνεια σε παράνομες δραστηριότητες, αλλά και να αποφεύγεται η καταβολή φόρου εισοδήματος και ΦΠΑ.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη συνταχθείσα δικογραφία της Δ/νσης Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, η ως άνω οντότητα αποτελεί μέλος ενός κυκλώματος οντοτήτων που χαρακτηρίστηκε ως εγκληματική οργάνωση.
Από τη σχετική δικογραφία, ο λογιστής, τόσο της ως άνω οντότητας, όσο και μιας σειράς άλλων παρεμφερών οντοτήτων, αναφέρεται σε όλες τις περιπτώσεις απάτης από τις εταιρείες – μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, καταγράφηκαν συνομιλίες του ανωτέρω με τα ηγετικά στελέχη της εγκληματικής οργάνωσης και φαίνεται ότι παρείχε συνδρομή, χωρίς την οποία δε θα ήταν εφικτή η διάπραξη της φοροδιαφυγής.
Ο φορολογικός έλεγχος έκρινε ότι πρόκειται για ένα πρόσωπο που είναι συνεργός της επιχείρησης αφού έχει καθοριστικό ρόλο στην όλη δράση της, είναι από τα πιο σημαντικά στελέχη και έχει πλήρη γνώση της φοροδιαφυγής που διαπράχθηκε.
Τα πορίσματα αυτά υιοθετήθηκαν από τη Δ.Ο.Υ. Βέροιας, η οποία συνέταξε σημείωμα διαπιστώσεων αποτελεσμάτων φορολογικού ελέγχου και προχώρησε στον καταλογισμό των προστίμων τόσο στην επιχείρηση όσο και στον λογιστή που χαρακτηρίστηκε συνεργός.